28 Αυγούστου 2013

Aλλού βαρεί κι αλλού ματιάζει...


 Μεγάλη η χάρη του! Του Αγίου Φανουρίου σήμερα...

Δεν πιστεύω κανείς σας να έταξε φανουρόπιτα για να φανερωθώ, αλλά να ΄μαι!!!


Πολυαγαπημένη...
Παρακάτω θα σας φανερώσω - νομίζω άλλωστε πως σήμερα ειδικά επιβάλλεται- τη συνταγή της πιο εύκολης, πιο γρήγορης, πιο οικονομικής, πιο νόστιμης, πιο τέλειας, πιο υπέροχης, πιο φανταστικής, πιο τρυφερής ..., πιο γλυκειάς, πιο ..., φανουρόπιτας!!! Η συνταγή της νενές μου φυσικά και φυσικά απόλυτα αυθεντική σμυρνέικη! Εν τω μεταξύ λέω να κλαψουρίσω λίγο γιατί φέτος διακοπές γιοκ, όσο κι αν όλο αυτόν τον καιρό όλα ήταν λάιτ. Λάιτ στο γραφείο, λάιτ στο σπίτι, λάιτ στο πορτοφόλι και λάιτ -και τι λάιτ- ο καιρός! Είχαμε -λένε τα κανάλια- το ζεστότερο Ιούλιο των τελευταίων 100 χρόνων, είχαμε επίσης τον περισσότερο και φωτεινότερο ήλιο των τελευταίων 60 χρόνων, είχαμε, είχαμε ...πολλά και διάφορα και όμορφα αλλά θάλασσα δεν είχαμε! Και μου ΄λειψε η θάλασσά μας πολύ-πολύ! Εν πάσει περιπτώσει. Παρηγοριέμαι πάντως με τη σκέψη ότι την επόμενη εβδομάς, ημέρα Δευτέρα, πάω νότια! Προορισμός, Πορτογαλία. Αλλά μέχρι να φτάσω εκεί...

Η φανουρόπιτα ψήνεται, το σπίτι μοσχοβολάει, ο καφές δίπλα μου αχνίζει, ενώ...
(Παραλίγο... Με το άρωμα του καφέ ΙΙΙ - που θα συνεχιστεί...)


Βουρλά
πολυαγαπημένα μου
"Μπρε κόρη μου, κάμε μου ένα καφεδάκι...φέρε μου... έχει; ένα κομματάκι λιμπίστικα... από τη φανουρόπιτα τσι αννές σου... μοσχοβόλισε χτες ολάκερο το σπίτι ... ήκαμε και για τις αδερφάδες της... πουυυυ αυτές... κονομήσανε και δεν ασχολούνται με τέτοια...  μόνο ο κύρης σου κι η αννέ σου κρατούνε ακόμα τα δικά μας... κι εμείς, οι καλά παλιωμένοι... λίγοι όμως κόρη μου, λίγοι... πάνε κι αντέτια, πάνε και παραδόσεις... πάει η ομορφιά του παλιού και του δικού ...ξεχνούνε πως τα χέρια εφτιάχτηκαν πριν απ΄τα πηρούνια...  θαμπωθήκανε όλοι από τη μόδα και την ευκολία... χάθηκε η χάρα του κόπου και του δύσκολου σαν τα κατάφερνες... όλοι θέλουνε τα γρήγορα, τα εύκολα, τα καινούργια... λες κι εμείς δεν εζήσαμε... δύσκολα ναι, μα εζήσαμε... κι είμαστε περήφανοι... πόσες φορές δεν εστήσαμε σπιτικά...  πόσες δεν ετρέξαμε κυνηγημένοι... πόσες δεν εκλάψαμε...  Αχ... αυτά που εζήσαμε εμείς αν τα έβρουνε μπροστά τους οι νεότεροι μέρες θα ετρέχουνε μακριά... ή που θα τα κάμουνε απάνω τους... γεια στα χεράκια σου κόρη μου... την ευχή μου να ΄χεις,  τον καχβέ σου φτιαγμένο απ΄ την εγγόνα σου να πίνεις... σαν κι εμένα...

....του ΄Αι Φανούρη σήμερα... αν δεν φάμε και σήμερα φανουρόπιτα πότες θα την φάμε ντε... Θυμάσαι, ναι; Η φανουρόπιτα πάει σαν το χαλβά... 1 μέτρο λάδι, ζάχαρη όχι πολλή -ίσα ν΄ακουμπάει η γλύκα στη γλώσσα-  πες 2 μισογεμάτα, τόσο να της εβάνεις... 3 νερό, 3 κουταλάκια σόδα, κανέλλα, γαρύφαλλο, καρύδια, σταφίδες... α, και αλεύρι όσο "σηκώσει"

"Mα νενέ, έτσι λέει και η μαμά μου... "όσο σηκώσει, όσο πάρει". Γιατί δε λέτε, μισό κιλό, ένα κιλό, 4 φλυτζάνια, 6 φλυτζάνια; Πως να ξέρω εγώ πόσο θα σηκώσει;"

"Mπρε, μην ανάφτεις! Εμείς έτσι το είχαμε! Zύμωνες κι έπλαθες από μικρή, μια, δυο, τρεις, ήβλεπες και μάθαινες και ήνιωθες το ζυμάρι...  ήφτανε η αφή, το μάτι, το χέρι κι ο νους για να πετύχουν τη δόση…"

(Αχ, αυτό το "όσο σηκώσει" είναι όλη η μαγκιά της μαγείρισσας! Λοιπόν αντικαταστήστε το αλεύρι με αλεύρι που φουσκώνει μόνο του και ξεχάστε τη σόδα, υπολογίζοντας πως θα "σηκώσει"  αλεύρι, 3/4 του κιλού περίπου. ΄Oσο για το ψήσιμο, αεράτο, 170 βαθμοί για κάνα 50λεπτο. Δοκιμάζουμε ξέρετε πως. Mαχαίρι στεγνό, το μπήγουμε στο κέντρο της πίτας, το ξεμπήγουμε κι αν το μαχαίρι εξέλθει απολύτως καθαρό, η πίτα μας είναι έτοιμη. Bγάζουμε το ταψί απ΄το φούρνο ε, και τον σβήνουμε. Kαι κάτι άλλο. Δεν γνωρίζω εγώ το ταψί σας. Εσείς το γνωρίζετε. Σκεφτείτε λοιπόν από πριν ποιο απ΄τα ταψιά σας, θα χρησιμοποιήσετε ώστε οι αναγραφόμενες δόσεις να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Mια υπέροχη "ζήτα και θα σου δοθεί" πίτα!).

"... κι ανακάτωμα καλό ώπου χυλός να γενεί... χυλός, μα όχι να τρέχει μα μήτε να στέκεται... και λίγο ζουμί πορτοκάλι και σησάμι άμα σ΄αρέσει... λαδώνεις κι αλευρώνεις το τεψί και ψήνεις... κι έχεις το μυαλό σου στο ψήσιμο και το μάτι στο φούρνο...  η σειρά θέλει να βάλεις πρώτο στη λεκάνη το λάδι, μετά τη ζάχαρη και το νερό... τ΄ανακατώνεις με το χέρι γερά-γερά και μετά βάνεις τα μυρωδικά, γαρύφαλλο, κανέλλα... ανακατώνεις... βάνεις το πορτοκάλι ζουμί ή ξύσμα και τ΄αλεύρι... ανακατώνεις συνέχεια, καρύδια και σταφίδες... κι όπως είπαμε, ρόγδι άμα έχεις... ρίχνεις το χυλό στο λαδωμένο ταψί... βάνεις και το σησάμι...  θέλεις μέσα στο χυλό, θέλεις από πάνω... Πε μου τώρα  πως πάει ο χαλβάς... "



"Ξέρω νενέ μου, ξέρω..."

"Λέγε μπρε σου λέω... να ειδώ κι άμα μου αφουγκράς... που όλο με βάνεις να μιλώ και να λέω σου  ... όλο ξέρεις, ξέρεις... λέγε..."

"Να... 1 μέτρο λάδι, 2 σιμιγδάλι, 3 ζάχαρη, 4 νερό... κανέλλα, αμύγδαλα ασπρισμένα, σταφίδες, σησάμι..."
Ο πολυαγαπημένος της γιαγιάς μου τόπος
 Βουρλά ή Βρύουλα ή αλλιώς
Αρχαίες Κλαζομενές

"΄Αιντε σου, καλά τα είπες... πες εδά, εγώ τι έλεγα πριν τους χαλβάδες... Α, ήλεγα για τον ΄Αγιο... Φανούρης τ΄όνομά του και φανέρωνε τ΄αφανέρωτα... κατά εμάς, εφανέρωνε τους γαμπρούς στις κοπελιές... στους άλλους, λέει, εφανέρωνε τα χαμένα... ότι κι αν ήσαντε αυτά... το χαμένο ζωντανό, το χαμένο καλό ρολόγι... σ΄εμάς το είχαμε αλλιώς... στην αρχή ήτονε οι γαμπροί, μετά ήλλαξε και του εζητούσαμε ο καθένας κι άλλο ... άλλος τού εζήτανε υγεία, άλλος δουλειά, άλλος το χαμένο παρασόλι... λίγοι ήσαντε αυτοί -σαν τον πάππο μου- που ελέγανε πως φανερώνει το δρόμο του Θεού και της συμπόνοιας... η νενέ μου πάλι ήλεγε "για όλα κάμει η πίτα του Αγίου.... ζήτα και θα σου δοθεί, ήπρεπε να την ελένε... ΄Αγιος είναι, για τα ζητούμενα είναι...  όλα τα φανερώνει... "

"Τι να σου πω κόρη μου... ξέρω κι εγώ... κι εγώ τότες σαν κοπέλλα το γαμπρό εζητούσα να μου εφανερώσει... βέβαια τον επαρακάλαγα να είναι ο παππούς σου κι όχι άλλος ... Μετά, σαν ήρθαμε εδώ καμμένοι... τους χαμένους μας και μια παράγκα τού εζητούσε να μας εφανερώσει η αννέ μου,  το ίδιο κι εγώ... μια παράγκα να βάλουμε το κεφάλι μας από κάτω... σαν ήρθε η παράγκα, πάλι για τον παππού σου τον επαρακάλενα... και ήρθε ο Ηλίας, ήρθαν τα παιδιά κι άλλαξα το παρακάλι... και υγεία τού εζήταγα να μας χαρίζει... μπορεί και να έκαμα και λάθος... για την υγεία ήτονε άλλος ο ΄Αγιος... αν εθυμώνουνε κι οι άγιοι μπορεί και να μου εθύμωσε... όπως ήλεγε κι ο πάππος μου ... "΄Ολοι οι ΄Αγιοι είναι του Θεού μα κάθε ΄Αγιος είναι για δικού του... μ΄ότι του ΄χει αναθέσει ο Θεός έχει ν΄ασχολείται..." 

".... άιντε... κι ήπιασα τις ανοησίες πάλι... κάποτε όλ΄αυτά όμως δεν ήταν ανοησίες... οι ανθρώποι ήσαντε αλλιώς... τώρα πια, άλλο μυαλό κυβερνάει τους αθρώπους...  ανοησίες τα βρίσκουν οι περισσότεροι... μα κάλιο να μην τους κάτσει κακό... γιατί σα  τους κάτσει αναποδιά... για, μάνα μου, για Παναγιά μου, αναφωνάνε όλοι τους και.. τάζουνε..."

"Μα λέγαμε άλλα...  κουβέντα κάναμε για τη φανουρόπιτα... ΄Ακουε λοιπόν...

Τη φανουρόπιτα την εκάμεις για τη μάνα του Αγίου... ΄Ητονε λέει αμαρτωλή, στριμμένη, κακή κι ανάποδη και καρδιά δεν είχενε... κανένας δεν την εχώνευε, ούτε της εμίλαγαν, ούτε την συγχρωτίζονταν... μια στιγμής απόθανε... άθρωπος δεν εφάνει μήτε στην παρηγοριά μήτε στη συγχώρεσή της... Ο γιος της που δεν είχενε αγιάσει ακόμα,  εστεναχωρήθηκε πολύ αλλά και τι να κάμει ... πάντα του όμως το εθυμότανε και πάντα στενοχωριότανε ... σαν άγιασε λοιπόν κι άρχισε ο κόσμος να του κάμει την πίτα του,  τότε ήτο που εζήτησε από τους πιστούς να του την εκάμουνε αλλά στ΄όνομα της μάνας του... θα  σκέφτηκε ο ΄Αγιος πως, πίτα-πίτα, συγχώρεση-συγχώρεση, κάποτε θα συγχωρεθεί... θα τη συγχωρέσει Θεός και άθρωποι... ΄Ετσι οι νοικοκυρές σαν την εφτιάχνουνε,  λένε "Θεός σχωρέστη τη μάνα του Αγίου Φανουρίου... κοπανάς τα καρύδια, Θιος σχωρέστη... ρίχνεις τις σταφίδες, Θιος σχωρέστη, ρίχνεις τ΄αλεύρι, τη φουρνίζεις, Θιος σχωρέστη...


Την επάς στην εκκλησιά, να στην εδιαβάσει ο ιερέας... πίτα του Αγίου χωρίς διάβασμα είναι ντροπή και χαράμι πάει το τάξιμο  κόρη μου... για να διαβάσει ο ιερέας την ευχή σού ζητάει όνομα... πρόσεχε, δεν λες το εδικό σου επειδή εσύ την ήκαμες ή την ήταξες... δίνεις τ΄όνομα αυτού οπού γι΄αυτόν την ήταξες... ύστερα διαβάζεται η ευχή του Αγίου, σε 40 κομμάτια την κόφτεις και την εμοιράζεις στον κόσμο... να σχωρέσει ο κόσμος την κακόχαρη... ν΄ακούει να φχαριστιέται ο ΄Αγιος... Μα ένα κομμάτι τουλάχιστον το γυρίζεις στο σπίτι... όπως και με τα στερνά... πίτα και στερνά που δεν εμπαίνουνε στο σπίτι απ΄όπου  εβγήκανε, δεν είναι πρέπο... γρουσουζιά το ΄χουμε... να το θυμάσαι... Δυο ειδώ είναι οι πίτες... το είπαμε αυτό; Για αυτή με τα 7 χρειαζούμενα κάμουμε, για εκείνη με τα 9... η νενέ μου πρώτα εμετρούσε τι χρειαζούμενα είχενε στο ντολάπι και μετά έβανε μπρος τη φτιάξη... είχενε 7 την ήκαμε με 7, είχενε 9, την ήκαμε με 9... για γλυκειά πίτα του ΄Αι Φανούρη, για πίτα του αιτούντος φτωχού την ονομάτιζε, για γλυκό της νηστείας... Κι αν δεν είχενε γαρύφαλλο, δεν έβανε και καλή ήταν... αν δεν είχενε σησάμι για πορτοκάλι, δεν έβανε και πάλι καλή ήταν... νηστήσιμη είναι και λιόλαδο θέλει, μα εκείνη την ήκαμε με σησαμόλαδο. άφθονο στον τόπο μας ... και τότες της έβανε και 5-6 δυο κουταλιές ταχίνι... αν την ήκαμε με λιόλαδο, ταχίνι δεν έβανε... "

"Μα θέλει ή δε θέλει ταχίνι νενέ μου; Nα ξέρω... "

"Θέλει και δε θέλει ... ταχίνι κόρη μου, δεν έχεις κάθε μέρα στο σπίτι... εμείς τότε στα μέρη μας είχαμε... άμα έχεις βάζεις... αδέρφια είναι, ταχίνι και σησαμόλαδο... ούτε σησαμόλαδο βρίσκεις εδώ... βάνε λάδι κι άσε το ταχίνι... άμα καμιά φορά έχουμε κι απ΄τα δυο, θα την κάμουμε να την εδοκιμάσεις... αν δεν τα ΄βρουμε... κάποτε θα την εκάμεις μόνη σου χωρίς εμένα... σαν τα ΄βρεις τα υλικά, θυμήσου το και θα με θυμηθείς... είναι πιο νόστιμη με το ταχίνι... και σαν είχα, όπως το θέλει, όχι η σμυρνέικη μα η βουρλιώτικη συνταγή, της έβανα και σπυριά ρόγδι... όπως έκαμε καμιά φορά η νενέ μου κι η αννέ μου... "

"Nενέ μου, πότε την κάνουμε τη φανουρόπιτα; "

"Kόρη μου, τη φανουρόπιτα την κάμουμε πρώτα απ΄όλα την παραμονή της χάρης τού Αγίου... μα και πριν... την τάζουμε που λέμε... κι όταν με τη βοήθεια του Aγίου μάς φανερωθούν τ΄αφανέρωτα, τότε του την επάμε στην εκκλησιά...

μόνο που εγώ, μερικές φορές, παρακαλώντας τον τού την επήαινα από πριν... 
μα του την επήαινα και μετά..."


Καλά σας βράδυα

Ε.-

H πίτα μου μοσχοβόλισε τον τόπο! Mόλις την εξήλθα εκ του φούρνου. 
Κι είναι μια απ΄τις φορές που είναι καμωμένη με σησαμόλαδο και ταχίνι... και ρόδι...
Την μελέτησα καθώς ήπρεπε, διαβάστηκε καθώς ήπρεπε, κόπηκε στα 40 καθώς ήπρεπε...


Κοπιάστε, έχει για όλους...

πάρτε και δεύτερο κομμάτι
φτάνει και παραφτάνει...
δεν είμαστε και πολλοί...
15 όλοι κι όλοι

Για τη γιορτή του την έκανα σήμερα, στη συγχώρεση της μάνας του τη μελέτησα, 
και στην εκκλησία την πήγα... στο όνομα της φιλενάδας διαβάστηκε η ευχή ...
καλά της νέα να μου φανερώσει ο ΄Aγιος
τον παρακάλεσα...

9 Αυγούστου 2013

Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια...

Απόψε τη νύχτα έκανε μια καταιγίδα που ήταν όλη δική μας!!! 3 το πρωί και το δωμάτιο να θυμίζει αστραποβολούσα ντίσκο, όπως εκείνες του ΄80! ΄Εξω, ο αέρας να χοροστροβιλίζει τα δέντρα ενώ εμένα να μην λέει να κλείσει το μάτι μου. Πάντως παρότι Σάββατο σήμερα και παρότι θα μπορούσα να κοιμηθώ μέχρι αργούτσικα, δυστυχώς δεν. Το χούι το ΄χω εδώ και χρόνια τώρα, όπες άμα ξυπνήσω, ξύπνησα. Διπλός λοιπόν ο καφές το πρωί, καϊμακλής, βαρύς κι ασήκωτος για ν΄ανοίξει το μάτι και να πάρω μπρος. Κατά τα άλλα, η ζέστη ξαναγύρισε το πρωί, βαρειά, ο καιρός ξανάγινε λαπάς και καμιά όρεξη δεν έχω για βόλτα παρά τα σχέδια που έκανα χθες. ΄Ετσι λέω να συνεχίσω με τα του καφέ και τα του καφενέ. Καφενές είμαστε και στο γραφείο. Οι μισοί και βάλε την έχουν κάνει για τα 4 σημεία της ΕΕ ενώ όλα δουλεύουν στο ρελαντί!

Αυτός ήταν ο καφενές.!  ΄Η μισοί ή κι όλοι κι όλα στο ρελαντί! Εκτός απ΄τον ταμπή!

Με το άρωμα του καφέ ΙΙ

Οι θαμώνες -θαμά, αρχαϊστί συχνά-  οι συχνάζοντες/θαμώνες λοιπόν των καφενέδων/καφενείων ήταν πάσης τάξεως, κλάσεως κι επαγγέλματος αλλά όχι πάσης φύσεως και πάσης ηλικίας. Ο καφενές- καφενές ήταν άρρην και είχε και την ηλικία του! Σαν από καφενές μεταλλάχτηκε σε καφεποτείο ή καφέ-σαντάν ή καφέ-αμάν ή καφεζαχαροπλαστείο ή καφεζυθεστιατόριο ή καφέ-μπαρ άλλαξε τα ρούχα του ο καφενές, άλλαξε και η φύση του και η ηλικία του! Τα καφέ-αμάν -τουρκικής καταγωγής- παρέμειναν για πολύ καιρό καθαρόαιμα αρσενικά. ΄Ισως και να μην άλλαξαν φύση ποτέ! Τα καφέ-σαντάν -μας κουβαλήθηκαν από τη Φράντσα- κι ήταν κι έμειναν διπλής όψεως. Στα καφεζαχαροπλαστεία σύχναζαν και κυρίες και δεσποινίδες και οικογένειες. Στα καφεζυθεστιατόρια πήρε περισσότερο καιρό να αποκτήσουν γυναικείο πληθυσμό όσο για τα καφέ-μπαρ στην αρχή ξέπεφτε και καμιά γυναίκα, μετά ξέπεσαν πολλές και σαν περάσαμε στις καφετέριες... ο αχταρμάς, του αχταρμά... άντρες, γυναίκες και ... παιδιά συνοδευόμενα ή μη. 
Τώρα πια που καφενές...

"Ο καφενές κόρη μου ήταν για τσι άντρηδες... εμείς δεν επηγαίναμε ποτές... οι γυναίκες επίναμε τον καχβέ μας αναμετάξυ μας... στις κουζίνες, στις αυλές, στα πόρτεγα... αυτοί πάλι επεταγόσαντε ανάμεσα σε δουλειά και κάματο, ήπιναν έναν και πίσω πάλι στο τρέξιμο... ποιος ξέρει... ίσως εμείς να εδουλεύγαμε και περισσότερο τους και γι΄αυτό να μην είχαμε τη χρεία του καφενέ... ο καχβές πάντως ήταν αναπαμός και για μας και για κείνους... ήλεγαν δυο κουβέντες, τους ήλεγαν δυο κουβέντες... εμάθαιναν τα νέα, τι γυρίζει, τι μυρίζει... χαμπέρια καλά, άσχημα, παράξενα... σοδειές, τιμές, φορτώματα... και σαν δεν είχαν να πουν άλλ΄ απ΄αυτά ήπιαναν τα πολιτικά... εκεί, να ιδείς σαματά, εκεί να ιδείς φωνές και χτυπήμα το χέρι στο τραπέζι... παρεξηγήσεις και καβγάδες μεγάλοι εξεκίνησαν απ΄τους καφενέδες... ακόμα και μίση και μαχαιρώματα... χάλασαν κουμπαριές και γειτονίες... άμα ο καφενές είχενε το καλό και στα συβάζανε (συμβιβάζανε) οι άλλοι... ήμπαιναν στη μέση... δεν ήφηναν να παρατραβήξει το σκοινί... Ε,  κάποτες τέλειωναν τα πολιτικά... κι αρχίναγαν άλλα... Κομπασμούς και  ιστορίες... παλιές, δικές τους, του πάππου τους, του σογιού τους... κι άμε εσύ να βρεις ποιος τους ήλεγε αλήθειες και ποιος ψέμματα... Τον εχρειάζονταν τον καφενέ... εκεί το διασκεδάζανε, εκεί εγελούσαν, εκεί τσακωνόντανε... έτσι επέρναγαν τον καιρό τους... όλα επέρναγαν απ΄τον καφενέ... κι όλοι..."

"Ήσαντε κι αυτοί που το παρακάμανε... που τους ήχανες που τους ήβρισκες στον καφενέ αυτοί... άλλοι τεμπέληδες, άλλοι μεσάζοντες, άλλοι κακόμοιροι... δεν ήσαντε λίγοι αυτοί που έβρισκαν παρηγοριά στον καφενέ... άλλος δίχως σπίτι, άλλος δίχως γυναίκα και παιδιά...  Μωρέ και δίχως παράδες, ο καφενές σε δεχότανε... θες ο καφετζής, θες άλλος,  όλο και κάποιος έναν καχβέ θα σε εκέρναγε... και φίλεμα θα ΄βγαζες... ένα σιμίτ, ένα λοκούμ... την παρέα και μια κουβέντα την είχες σίγουρη... σίγουρος κι ο βερεσές... κι ήταν κι ο μόνος βερεσές που πολλές φορές ξεχνιότανε... κέρασμα και φίλεμα ήταν ο καχβές κόρη μου... μα ήταν και ξαπόσταμα, και φιλοξενία και συντροφιά... και κους-κους έφερνε και χάζι... και μάντεμα κι ότι θες ... "

"Δε γνώριζα άνθρωπο στα Βουρλά που να μην επέρναγε απ΄τον καφενέ 2-3 φορές και βάλε τη μέρα ... Οι δικοί μας με τους δικούς μας στους δικούς μας... οι ντόπιοι με τους ντόπιους στους ντόπιους... άσε που αυτοί σχεδόν ολημερίς τσάι...  ΄Εξω απ΄τον καφενέ επέρναγες κι ήριχνες ένα μάτι κι ήξερες ποια ήτο η πελατεία του... Και δεν μιλάω για κει... μιλάω για δώθε... Εκεί ήτο εύκολο...εμείς εξέραμε... αυτός που δεν ήξερε... ε, αφού ήβλεπε σαρίκια γύριζε κι ήφευγε... Δώθε ήταν αλλιώς... και στην αρχή, στις γειτονιές που μας ερίξανε που καφενές... τσαρδί και ψωμί δεν είχαμε... οι καφενέδες μάς εμαράνανε... Εστηθήκαμε στα πόδια μας, εβολευτήκαμε στις γειτονιές μας, αρχινίσαμε τον καχβέ στις αυλές μας... και μετά εφάνη ο πρώτος καφενές... Δεν ξέρω σε ποια γειτονιά και σε ποιο μαχαλά ήταν... πάντως οι άντρηδες ήρχισαν και πάλι να πηγαίνουν στον καφενέ... ζωήρεψαν... βγήκαν απ΄τα πόδια μας... πήγαιναν για καχβέ, τάβλι και ναργιλέ... να πουν, να τον πιουν, να τους πούνε, να μοιραστούν τα βάσανα... καφενεδάκια μικρά, ένας τσίγκος και μια οκά ασβέστης ήφτανε... 5 καρέκλες και 3 φιντσάνια,  έκαμαν δουλειά... φύτρωσαν ανάμεσα στους τσίγκους, στις χαμοκαλύβες και τα χαμόσπιτα... Σχεδόν όλα στήθηκαν σε μια νύχτα και κάποια μέρα χάθηκαν...  μερικά στήθηκαν γερά και πιάστηκαν... τα πρώτα-πρώτα στοίχειωσαν απ΄τις θύμησες, το δάκρυ και τις αναζητήσεις... εκεί τρέχαμε όλοι σαν ακούγαμε πως κάποιος απ΄τον τόπο μας κάπου φάνηκε... τρέχαμε να τον ειδούμε για να το πιστεύψουμε, τρέχαμε για να μάθουμε για τους χαμένους δικούς μας, τρέχαμε να παρηγορηθούμε... μας έτρεχε η ελπίδα..."

"Κι ο δικός μας ο καφενές, του παππού σου, έτσι ήτο... εμαθεύτηκε πως πρόσφυγας βουρλιώτης τον κουμαντάριζε και κάθε μέρα όλο και κάποιος για ολότελα για μισοαπελπισμένος να΄σου κι εμφανιζότανε λαχταρισμένος... να ρωτήσει ... να μάθει... ώσπου σβηστήκανε οι ελπίδες κι όσοι ερχόσαντε, ερχόσαντε για παρηγοριά... για να είναι ανάμεσα σε εδικούς τους... να καταλαβαίνονται... "

Σμύρνη-Αγορά 2010 και 2011 και 2012

Καλά σας βράδια

Ε.- 






(Αναλαμπή: Κάποτε μια φίλη με αποκάλεσε "καφεδόμπρικο"  -και μου άρεσε- θαυμάζοντας τους πόσους καφέδες μπορούσα να καταναλώσω εντός της ημέρας!)



Ανάρτηση - Παρένθεση

Περί καφέ γενικώς

Τότε στην αρχή

Καφελούλουδα
Καφές που... σκάει μύτη
Μέχρι αρχές του 20ου αιώνα τα καφενεία, λειτουργούν ως καφενεία αλλά κάνουν και τη δουλειά του καφεκόπτη, δηλαδή αγοράζουν ακατέργαστο τον καφέ, φρέσκο πράσινο καφέ. Κατ΄αρχύη τον καβουρδίζουν κι έπειτα τον αλέθουν σε μικρούς χειροκίνητους μύλους. Το καβούρδισμα, τέχνη μεγάλη, γίνεται μέσα σε ειδικά "τηγάνια" που είναι καλυμμένα με μεταλλικό καπάκι με χερούλι για ν΄ανασηκώνεται εύκολα κατ΄απαίτηση του συνεχούς ανακατέματος που χρειάζεται η σωστή παρασκευή καφέ. Το ίδιο επετυγχάνετο με περιστροφικό ψήσιμο, σε κύλινδρο, που λειτουργούσε όπως ακριβώς ο οβελίας του Πάσχα. Επόμενο βήμα το άλεσμα. Κι αυτό γινόταν είτε χειροκίνητα είτε με τη μέθοδο του κοπανίσματος. Τα μεγάλα και φημισμένα καφενεία μάλιστα είχαν ειδκό υπάλληλο που είχε σαν αποκλειστική του απασχόληση το κοπάνισμα του καφέ. Και το καβούρντισμα και το κοπάνισμα, συνηθιζόταν να γίνεται στην εμπατή-είσοδο του καφενείου για την προσέλκυση πελατείας αφού δύσκολα αντιστέκεται κάποιος στο άρωμα του καφέ. 
Περίπου μέχρι το 1900, δεν υπάρχουν μαγαζιά αποκλειστικά και μόνο για την πώληση του καφέ. Οι εισαγωγείς γενικού εμπορίου κάνουν τις εισαγωγές του καφέ, μαζί με το κακάο, τη ζάχαρη και το τσάι αλλά και διάφορα άλλα είδη διατροφής. Μετά ο καφές φεύγει προς κατανάλωση μέσω των εδωδιμοπωλείων ή καταστημάτων λιανικής πώλησης τροφίμων, των γνωστών "μπακάλικων" δηλαδή. Οι νοικοκυρές αγόραζαν όπως και τα καφενεία τον καφέ φρέσκο, σε πράσινους κόκους και τον επεξεργάζονταν στο σπίτι. Παλιά μάλιστα, πρόσθεταν και λίγο σιτάρι, κριθάρι ή ρεβίθι. Γιατί το έκαναν; Για να αβγατίσει ο καφές! ΄Ηταν μπορούμε να πούμε είδος πολυτελείας και κυρίως πολύ ακριβός για το μέσο εισόδημα της εποχής.
Τα πρώτα εξειδικευμένα καταστήματα, τα λεγόμενα Καφεποιεία, που γρήγορα μετονομάζονται σε Καφεκοπτεία, εμφανίζονται κάτι μεταξύ στο τέλος του 19ου, αρχή του 20ου αιώνα και αρχίζουν να ασχολούνται αποκλειστικά με την εισαγωγή, επεξεργασία και πώληση του καφέ έτοιμου για κατανάλωση. ΄Ενα απο τα πρώτα Καφεκοπτεία της Αθήνας είναι ο "Οίκος Μπέλκα" στη σημερινή Πλατεία Κοτζιά, τότε Πλατεία Δημοτικού Θεάτρου και το καφεκοπτείο Ανδρέα Ριζόπουλου στην ίδια περιοχή. Μετά εμφανίζεται το καφεκοπτείο Μισεγιάννη-Μάστορη, στο Κολωνάκι, αρχή της οδού Σκουφά ενώ το 1920 ανοίγει το πρώτο καφεκοπτείο Λουμίδη στον Πειραιά.
Η παρουσία του καφενείου, πρέπει να θεωρείται πως φτάνει πολύ βαθεία μέσα στο χρόνο και στην περιοχή, μακρά, αφού στις αφηγήσεις για την άλωση της Κωνσταντινούπολης, διάφοροι συγγραφείς και χρονικογράφοι αναφέρουν ότι η "Πόλη"  μπορεί να είχει από 300 έως 500 καφενεία.
Η ιστορία του καφέ: Προέλευση: Η ιστορία του καφέ ξεκίνησε στην Αιθιοπία, όπου ο θάμνος Coffea arabica μεγάλωνε ελεύθερα όπως όλοι οι θάμνοι. Ο καρπός χρησιμοποιήθηκε αρχικά ολόκληρος και αυτούσιος από τους κατοίκους, που είτε τον μασούσαν είτε τον άλεθαν σε μικρούς σβώλους. Η ονομασία του καφέ έχει τη βάση της στην αραβική λέξη qahhwa. Είναι παραφθορά ενός τμήματος της αρχικής αραβικής ονομασίας, η πλήρης είναι qahwat al-bknn, και σημαίνει "κρασί του κόκκου" και αναφέρεται στο γεγονός ότι ο καφές α. χρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο του κρασιού, καθώς το Κοράνι απαγορεύει το αλκοόλ και β. λόγω του συναισθήματος της ευφορίας και της εγρήγορσης που προκαλεί.
Όταν ο καφές, έφτασε στην Ευρώπη, έγινε γνωστός ως "αραβικό κρασί". Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή που αποδίδει το όνομα του καφέ στο Βασίλειο της Κάφφα, περιοχή της Αιθιοπίας όπου εκεί πρωτοάρχισε να χρησιμοποιείται ο καφές. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η προέλευση του καφέ και η ανακάλυψη των ιδιοτήτων του έδωσε τροφή και σε αρκετούς μύθους.Οι σημαντικότεροι είναι δύο. Πρώτος, αυτός που αποδίδει την ανακάλυψη των ιδιοτήτων του καφέ σε έναν Αιθίοπα γιδοβοσκό, ονομαζόμενο Καλντί. Αυτός ήταν που παρατήρησε ότι τα ζώα του γίνονταν πιο δραστήρια όταν έτρωγαν τους καρπούς του φυτού του καφέ. Εξού "μύθος των κατσικιών που χορεύουν" και στη συνέχεια αυτός που λέει ότι, ο καφές δόθηκε στον Μωάμεθ από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ προκειμένου να του χαρίσει δύναμη και αντοχή.
Από την Αφρική ο καφές πέρασε στην Υεμένη. Εκεί τον πρωτοπήγαν σκλάβοι από το σημερινό Σουδάν. Η πρώτη αναφορά του, γίνεται από μουσουλμάνους περίπου στο 900 μ.Χ. και ευρίσκεται στα γραπτά του Πέρση γιατρού Ραζί. Επίσης υπολογίζεται ότι η παρασκευή του καφέ, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, με καβούρδισμα των σπόρων, άλεσμα και μετά το βράσιμό τους, άρχισε γύρω στο 14ο αιώνα. Η δε πρώτη λεπτομερής αναφορά για την προέλευση και τη χρήση του καφέ είναι μια εργασία του Αμπντ Αλ Καντίρ Αλ-Τζαζίρι, το 1587. Στην εργασία αυτή αναφέρεται ότι ο πρώτος που καθιέρωσε τη χρήση του καφέ ήταν ο μουφτής του Άντεν τον 14ο αιώνα. Από την Υεμένη ο καφές περπάτησε προς το βορρά, έστριψε για Μέκκα, πήγε στη Μεδίνα και από εκεί, διαδόθηκε σ΄όλες τις μεγάλες πόλεις της Βόρειας Αφρικής.
Η κύρια ιδιότητα του καφέ να καταπολεμα την υπνηλία τον έκανε δημοφιλή ανάμεσα στους Σούφι (Περιστρεφόμενοι Δερβίσηδες ή Τάγμα των Μεβλεβί = προσέγγιση του θείου μέσω του περιστροφικού χορού - κατά κάποιους, μουσουλμανική αίρεση). Καθώς δε το Κοράνι απαγορεύει τη χρήση οινοπνεύματος ο καφές θεωρήθηκε ένα καλό υποκατάστατο. Από δε κοινωνικής άποψης η χρήση του θεωρήθηκε ίδια με αυτή του οινοπνεύματος στη Δύση. Τα καφεποτεία ή καφενεία, έγιναν τόπος συνάθροισης, συζητήσεων, διασκέδασης, ακόμα και τυχερών παιγνίων ή τζόγου. Τα πρώτα καφε-ποτεία θεωρείται ότι άνοιξαν στη Μόκα, το κυριότερο λιμάνι διακίνησης καφέ. ΄Εγιναν δε, λόγω του χαρακτήρα τους, τόπος πολιτικής συζήτησης και δραστηριότητας. Γι΄αυτό και έγιναν αρκετές προσπάθειες για το κλείσιμό τους, χωρίς όμως επιτυχία λόγω της δημοτικότητας και της αγάπης του κόσμου προς το ρόφημα και τις ιδιότητές του.
Την ίδια άτυχη έκβαση είχαν και οι προσπάθειες να απαγορευτεί γενικά ο καφές σαν διεγερτική ουσία. Το προσπάθησαν τόσο οι σκληροπυρηνικοί ιμάμηδες της Μέκκας του Καϊρου, όσο και από την Εκκλησία της Αιθιοπίας.  Ο καφές, σαν έτοιμο προϊόν -καθώς οι Άραβες απαγόρευαν αυστηρά την εξαγωγή σπόρων- πέρασε στην Ευρώπη κατά τα τέλη του 16ου αιώνα. ΄Ηταν η Βενετία, που διατηρούσε ισχυρές εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο, η οποία κατάφερε να τον βάλει στο έδαφος της Γηραιάς Ηπείρου. Πρώτοι ήταν οι βενετοί έμποροι, που τον έθεσαν στη διάθεση μόνο των πλουσίων, σαν εξωτικό είδος. Τη δημοτικότητά του όμως την οφείλει στο γεγογός ότι ο Πάπα Κλήμης Η΄, παρά τις συμβουλές του περίγυρού του, να αφορίσει τον καφέ σαν ισλαμική απειλή προς το χριστιανισμό, τελικά τον δοκίμασε ο ίδιος, τον βρήκε εξαίσιο και τον βάφτισε "χριστιανικό ρόφημα. Αυτό έγινε εν έτει 1600 το δε πρώτο καφεποτείο άνοιξε στην Ιταλία το 1645.
΄Ηταν οι Ολλανδοί οι πρώτοι που κατάφεραν να πάρουν σπόρους καφέ και αρχικά τον καλλιέργησαν στις αποικίες τους στην Ινδονησία. Σχεδόν την ίδια εποχή, το φυτό του καφέ πέρασε και στην Ινδία αλλά εκεί οι σπόροι του μεταφέρθηκαν λαθραία από τον Μπάμπα Μπουντάν, που έφερε το φυτό μαζί του επιστρέφοντας από τη Μέκκα. 

Η δημοτικότητα κι η αγάπη για τον καφέ αυξήθηκαν ραγδαία στην Ευρώπη. Μόνο στην Αγγλία, το 1675 υπήρχαν 3000 καφεποτεία. Ο καφές έφτασε στη Γαλλία το 1657. Ο δε απεσταλμένος του Σουλτάνου Μοχάμετ Δ΄, έφερε, το 1669,  σαν πολύτιμο δώρο στον τότε βασιλιά, μια μεγάλη ποσότητα καφέ. Σήμερα ΄Αγγλοι και Τούρκοι πίνουν αχόρταγα τσάι. Θεωρήθηκαν δε λάφυρο από τους Πολωνούς, τους Αυστριακούς και τους Γερμανούς, τα πολλά σακιά καφέ που άφησαν πίσω τους οι Οθωμανοί, μετά την ήττα τους το 1683 στη Βιέννη.


Την σήμερον

Αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας, ο καφές καταναλώνεται με πάθος από το 90% και πλέον του πληθυσμού της Γης σε όλες τις μορφές και τα είδη του.Πάρα πολλοί είναι αυτοί που νιώθουν εξάρτηση από τον καφέ, ενώ πολλοί δηλώνουν ότι δεν μπορούν να ξυπνήσουν χωρίς αυτόν. Ακόμη άλλοι ισχυρίζονται ότι δεν αντέχουν αν δεν πιουν 3 και παραπάνω φλυτζάνια καφέ τη μέρα.Αλήθειες ή μύθοι, είναι πολλά αυτά που δεν γνωρίζουμε για το πιο αγαπημένο κι αγαπητό ρόφημα ανά τον κόσμο!

Περιληπτικά και ενδιαφέροντα
1. Ο μύθος της Αιθιοπίας για τις ζωηρές κατσίκες που δεν μπορούσαν να σταματήσουν να χορεύουν μετά που έφαγαν τα φύλλα του καφεόδεντου έχει κάνει το γύρο του κόσμου. 
2. Πάνω από 700 χρόνια ζει και βασιλεύει ανάμεσά μας ο καφές κι απ΄ότι φαίνεται δεν κινδυνεύει να χάσει τη βασιλεία του.
3. Αρχικά ο καφές δεν πινόταν! Τρωγότα!!!
4. Ο καφές θεωρείται ότι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τους Άραβες. Οι χριστιανοί τον ονόμασαν ποτό του Σατανά επειδή τον χρησιμοποιούσαν οι μουσουλμάνοι γι΄αυτό και θέλησαν να τον απαγορεύσουν. Τώρα τι να πεις; Κάτι ανάλογο δεν ήθελαν να κάνουν και οι σκληροπυρηνικοί Ιμάμηδες της Μέκκας; 
5. Όλος μα όλος ο καφές του κόσμου παράγεται, ανάμεσα στον Τροπικό του Καρκίνου και στον Τροπικό του Αιγόκερω. Η Βραζιλία και η Κολομβία, καταλαμβάνουν αντίστοιχα την πρώτη και δεύτερη θέση στην παγκόσμια παραγωγή. Η δε μόνη πολιτεία που παράγει καφέ στις ΗΠΑ είναι η Χαβάη.
6. Τα καφεόδεντρα ενώ μπορούν να φτάσουν τα 10 μέτρα, τα καλλιεργούν έτσι ώστε να φτάνουν μέχρι τα 3, για να είναι πιο εύκολο η συγκομιδή των καρπών.
7. Καθημερινά παράγονται πάνω από 7 τόνοι καφέ.
8. Ο καφές έρχεται δεύτερος στο βάθρο των νικητών με πρώτο το νερό και τρίτο ... 
9. ΄Ετσι για να ξέρετε. Η Ελλάδα μας, βρίσκεται στη 13η θέση στον πίνακα κατανάλωσης καφέ ανά τον κόσμο με τον κατά μέσο όρο να δείχνει πως ο καθένας από μας, ή αλλιώς, ο κάθε ΄Ελλην, πίνει 1,6 φλιτζάνια καφέ την ημέρα. Η συνολική ποσότητα κατανάλωσής μας φτάνει τους 23.000 τόνους το χρόνο.
10. Οι χώρες με τους πιο φανατικούς του καφέ βρίσκονται στην Ευρώπη και είναι οι Φινλανδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Δανία και Ισλανδία!
11. Οι ποικιλίες του καφέ είναι η ποικιλία «Arabica» και την καταναλώνει το 70% του πληθυσμού, ενώ το υπόλοιπο 30% προτιμάει την ποικιλία «Robusta». Η πρώτη είναι πιο ήπια και αρωματική, η δεύτερη πιο πικρή και με 50% περισσότερη καφεΐνη.
12. Το πρώτο καφενείο της Ευρώπης άνοιξε το 1645 στη Βενετία και έγινε τόπος συνάντησης της ανώτερης τάξης. Στην Αγγλία, θεωρήθηκε πως οι διάφοροι ενάντιοι στον Ηγεμόνα-Βασιλιά (δεν θυμάμαι όμως ποιος απ΄όλους τους ήταν) συγκεντρώνονταν στα καφεποτεία.  Εξ ετούτου λοιπόν κι αυτός απαγόρευσε το άνοιγμα και τη λειτουργία τους. Τελικά ο Ηγεμών απεβίωσε ενώ ο καφές ζει και βασιλεύει.
13. Δύο φλιτζάνια καφέ την ημέρα μειώσουν τον κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
14. Ο καφές αποτελεί ένα από τα καλύτερα αντιηλιακά. Μας προστατεύει από τον ήλιο ενώ συγχρόνως μειώνει τις βλάβες που μας προκαλεί στο δέρμα.
15 Ο καφές κρατάει τον άνθρωπο ξύπνιο πολύ λιγότερο χρόνο από ό,τι συμβαίνει αν καταναλώσει ένα μήλο!!!