24 Ιανουαρίου 2014

΄Ολα, καμωμένα το ένα για το άλλο...

ήλεγε ο παππούλης μου, κόρη μου ... 

Καμωμένα το ένα μέσα στ΄ άλλο...
 
καμωμένα το ένα για το άλλο...

"ο έρωτας για τα νειάτα, η αγάπη για τα γηρατειά, η συμπόνοια για τον άνθρωπο,  η πατρίδα για τον κόσμο όλο, το μπλε για τη θάλασσα, το άσπρο για το χιόνι... ο ήλιος για τη ζωή, το φεγγάρι για τον ουρανό, το νερό για τη φωτιά, τ΄αστέρια για τη νύχτα, το σύννεφο για τη βροχή, η φύση για τα ζωντανά... ο μόχθος για τα αγαθά, ο ίδρος για τον κόπο... το σέβας για τους παλιότερους, η θύμηση για τα περασμένα, το ήθος για την οικογένεια, οι τρόποι για την κοινωνία... η πίστη για τους Αγίους... ο Θεός για όλους... μόνο τα τσουράπια κι ο καθένας δεν βρίσκουν τις περισσότερες φορές το ταίρι τους ... "

"Τα ΄χενε κάμει εκείνος τα ταίρια στο μυαλό του κι άθρωπος δεν μπορούσε να του τ΄αλλάξει... Συχνά-πυκνά το εμουρμούραγε και που να σ΄έχω... σαν αρχίναγε δεν εμπόραγε να σταματήσει... και σαν εμεγαλώσαμε κι είδενε πως εκαταλαβαίναμε το ήκαμε παιχνίδι ... ήλεγε μια φράση και μετά περίμενε να πει ο άλλος άλλη... μια ήλεγε ο κύρης μου από απέναντι, μια ο πάππος... μια η νενέ μου από δίπλα του... μια η αφεντιά μου... μια ο πάππος... μια ο Γιώργης... μια ο πάππος... μια η αννέ μου... μια ο πάππος... μια ο Μήτσος... κι αν ετύχαινε κάποιος από εμάς να ταιριάξει κάτιτις τ΄όμορφο και το σωστό που δεν το είχενε σκεφτεί και που δεν το είχενε πει εκείνος από τα πριν, εχαιρότανε σα μικρό παιδί... εγελνούσανε και τ΄αφτιά του... το ΄βανε αμέσως αυτό το καινούργιο στην κουβέντα του κι ήβγαινε στον καφενέ και το πει κι εκαμάρωνε... το΄λεγε κι εχαμογέλναγε όπως η λεχώνα στο γιαβρί της... Κι αν τύχαινε να ΄ναι εκείνος που ΄βρισκε το καινούργιο... εκεί να ιδείς τη χαρά του... δεν εσυμμαζευότανε με τίποτα... ούτε καν η νενέ μου δεν τον έκαμε καλά..."


"΄Ητονε καλός άνθρωπος και σοφός... είχενε κάμει πολλά και πολλά είχενε δει... νεότερος είχενε κάμει ναυτικός μέχρι να καταλαγιάσει το αίμα του και να αποφασίσει να κάμει φαμίλια... μετά για να ζήσει τη φαμίλια, στην αρχή έκαμε χτίστης ακόμα και σε μέρη μακρινά... ώσπου στο τέλος έγινε αμπελάς, κρασσάς και... πάππος... στα ενδιάμεσα είχενε κάμει ότι θες... λίγο κασάπης, λίγο τσαγκάρης, λίγο χαμάλης... ακόμα και τον τελάλη μάς ήλεγε πως είχενε κάμει κάποτε σε μια κώμη που ήβλεπε στην Καραντενίζ και σε μια άλλη πέρα από τα ΄Αδανα... είχενε πάει στη Βασιλεύουσα και την ελυπήθηκε... είχενε πάει και στην Καισάρεια και στη Σεβάστεια, στο Μπατούμ και στην Ανδριανούπολη... είχενε δει το Βόσπορο και τον Κεράτιο... καμωμένος ο ένας για τον άλλο... είχενε πάει στο Χαλέπι κι είχενε δει την Κύπρο... ήλεγε πως είχενε κάμει το μισό δρόμο του μεταξιού... πως εκτός από την πιο βαθειά θάλασσα είχενε δει και τα πιο ψηλά βουνά από θάλασσα κι από στεριά... είχενε γυρίσει όλο το Αιγαίο, είχενε δει όλα τα νησιά του... ήλεγε ακόμα πως είχενε ακούσει ντοπιολαλιές και ντοπιολαλιές... γρι να μην καταλαβαίνει... κι είχενε ακόμα μιλήσει πολύ με σπουδασμένους και γραμματιζούμενους...κι είχενε συμφάγει μ΄αθρώπους σπουδαίους και παρακατιανούς... τίποτα δεν του έκαμε περιέργεια... τίποτα δεν τον εφόβιζε... ήλεγε ακόμα πως είχενε δει την Παναγιά τη γοργόνα... τον Μιχαήλ Αρχάγγελλο και στην Αγιά Σοφιά τον τελευταίο Βασιλιά... ε, τότες σαν ήφτανε στον Παλαιολόγο, τότες ήτο που εθύμωνε η νενέ μου... και τον αγριοκοίτανε..."




"΄Οτι μας ήκαμε όταν αρχίναγε την ιστορία με τα καμωμένα το ένα για το άλλο... τα ίδια μάς ήκαμε σαν αρχίναγε τις ιστορίες για τους τόπους που είχενε δει ... σταματημό δεν είχενε σου λέω... εσταματούσε το μιλητό μόνο σαν του ήβανε τις φωνές η νενέ μου... ήκλεινε τότες το μιλητό και το ταξίδι με την ίδια κουβέντα... "σας το λέγω εγώ να το ξέρετε... ο ομορφότερος τόπος του κόσμου είναι τα Βουρλά μας μ΄ ομορφότερη όλου του ντουνιά, τη Σμύρνη...  



Βουρλά.........
Το ΄χε αυτό... πάντα να κλείει το λόγο με την ίδια κουβέντα... μετά σιωπούσε για ώρα... το βλέμμα του εταξίδευγε.. ίσως πέρα στα μακρινά... ίσως πίσω στα παλιά... Θεός ξέρει... και μόνο η νενέ μου, μετά, για με τσιγκλίσματα για με τα παρακάλια της τον εκατάφερενε και τον έκαμε να ξαναμιλήσει... Μπααα... δεν ήτονε θυμωμένος, μα της τον έκαμε... "

"Κάλλιο που είχενε κλείσει τα μάτια του και δεν την είδενε τη μαύρη τη Σμύρνη... καμμένη, πνιγμένη στο αίμα... ερείπιο, να κλαίει στα βουβά και να την καταπίνουν τα Τάρταρα... Δεν θα άντεχε ούτε στο λιμάνι της να φτάσει όπως εφτάξαμε εμείς οι κακορίζικοι... όσο για τον τόπο εδώ... μόνος του θα σφάλιζε τα μάτια μου για να μην τον βλέπει... Αχ, κόρη μου... ούτε μια στιγμή δεν θα είχενε περάσει ποτέ από το μυαλό του σαν εσκούντραγε το ποτήρι του μουρμουρώντας "γιασασίν Γιουνανιστάν" πως εδώ οι άνθρωποι θα μας επετάγανε πέτρες, θα μας εγυρίζανε την πλάτη και τουρκόσπορους θα μας ανεβοκατεβάζανε... Κι όμως αυτό εγίνηκε... και τουρκόσποροι εγίναμε και παστρικές και ξένοι... ολότελας ξένοι... μας είχενε ξεχάσει η πατρίδα... μας είχενε ξεχάσει κι η γης... η γη η δική μας, ο τόπος μας ήτο αλλού... πατρίδα και τόπος μας ήτο εκείνος εκεί καρσί απέναντι... από κείνη την ίδια θάλασσα που μας εχώριζε... δεν είχαμε ξεχάσει την πατρίδα μας εμείς... ούτε την ιστορία, ούτε τη λαλιά, ούτε τα γράμματα... ούτε το Θεό... δεν μας είχενε ξεχάσει ούτε κι Αυτός... Αυτός ο Μεγαλοδύναμος ήδωκε και σωθήκαμε κάμποσοι... κατακαημένοι και ταλαίπωροι εσυρθήκαμε αλλού κι αλλού αλλά πήραμε τα πάνω μας πάλι...  μας ήφηκε μόνο με την πληγή και τον πόνο της επιστροφής στα στήθια αλλά ξεύρει εκείνος τι κάμει...  ίσως το ΄καμε για να ιδεί την πίστη μας, για να μας δοκιμάσει... μας ήφηκε και με την ελπίδα... να ανασαίνουμε και να περιμένουμε... κάποιοι την επιστροφή των εδικών των... όλοι την επιστροφή στον τόπο μας... " 

"Δεν έχασα την πίστη μου στο Μεγαλοδύναμο κόρη μου, αλλά έχασα πια την ελπίδα του γυρισμού... δεν με παίρνει ο χρόνος... πολλοί από μας εφύγανε κιόλας... κάμποσοι είναι στο δρόμο για πάνω... γι΄αυτό μιλώ πολύ... και σου λέω ιστορίες κι ότι άλλο έχει απομείνει στο κεφάλι από  θύμησες και περασμένα μεγαλεία... δεν πρέπει να βουλιάξουν και να χαθούν...  να τις φάει ο χρόνος... Δεν πρέπει να χαθεί ο τόπος μας γι΄ακόμα μια φορά... Μην τον αφήκετε να χαθεί γι΄ακόμα μια φορά..."


"Ωφου κι ωφου κι ανάποδα... μπρε κι άσχημα σεκλετίστηκα πάλι... σεκλέτισα κι εσένα κόρη μου, ε; ΄Ολο τα ίδια σού κάμω και ΄σένα... Εσύ φταις μπρε... εσύ! Πες νενέ, πες νενέ... αρχίζω κι εγώ και τελειωμό δεν έχω... σαν τον πάππο μου... πιο τυχερός μόνο αυτός από εμέ... ΄λαφρύ πάνω του το χώμα... γιατί είναι το χώμα του τόπου του... βάι, βάι... πάει τ΄απόχασα η κακομοίρα και βλαστημάω... τυχερός που δεν έζησε το γιαγκίνι... τυχερή κι εγώ που γλύτωσα και χάρηκα παιδιά και παιδόγγονα... "

"Πιάσε μπρε ένα μηλαράκι να διώξουμε το σεκλέτι... να το καθαρίσουμε ή να το κάμω στον ταβά, κόρη μου; Γυαλίσαν τα ματάκια σου σαν άκουσες τηγανίτα ε; Καλά άιντες... ας κάμουμε λίγη υπομονή ακόμα... 
έλα κι η κανέλλα θα μας εδιώξει το σεκλέτι...  "    

Καλά σας βράδια

Ε.-

Μηλαράκι στον ταβά ή στο σαχάνι... ή Μηλομελόπιτες σμυρνέικες

Χρειαζούμενα

Σεκλετισμένοι
΄Ενα ή δυο ή και τρία μηλαράκια ή και τέσσερα - βλ. ανάλογα με τους σεκλετισμένους
Σαχάνι, αλεύρι, ολίγη ζάχαρη, ελάχιστο αλάτι...
-αν έχουμε- ίσως και ολίγο γαλατάκι... αν δεν έχουμε, δεν χάθηκε κι ο κόσμος
ένα αβγουλάκι ή... και όχι
(σε περίοδο νηστείας άλλωστε, τ΄αβγουλάκι και το γαλατάκι, αντενδείκνυνται)
βούτυρο ή λαδάκι, 
μέλι και κανέλλα...
και επί το έργον 
(όχι εκτέλεση, ούτε παρασκευή... γιατί ούτε κανέναν θέλουμε να εκτελέσουμε, πόσο τα μηλαράκια, ούτε υποχρεωτικά Παρασκευή είναι σήμερα που η όρεξή μας τραβάει μηλομελόπιτες...)

Επί το έργον

Τρίβουμε τα μηλαράκια στο ρεντέ του κυδωνιού (ή... του τυριού)
Μέσα στη λεκανίτσα που τρίψαμε τα μηλαράκια, προσθέτουμε τη ζάχαρη, ολίγη κανέλλα, μια σκιά αλάτι και όπως είπαμε, αν θέλουμε, προσθέτουμε χτυπημένα από πριν μαζί κι αντάμα, το γαλατάκι με το αβγουλάκι... Ανακατεύουμε με αγάπη...
Σειρά έχει το αλευράκι  -όπου μπορεί να αντικατασταθεί και με τρίμματα ξερού ψωμιού, κοινώς γαλέτα-
Αλευράκι βάνουμε τόσο όσο σηκώσει... δηλαδή τόσο όσο χρειάζεται ώστε να απορροφηθεί το ζουμάκι των μηλαρακίων. Το βάνουμε λίγο-λίγο κι αργά-αργά ενώ συγχρόνως ανακατεύουμε το μείγμα, τρυφερά. Η τρυφερότητά μας σταματάει -δεν τελειώνει- όταν το μείγμα έχει πάρει μορφή πηχτού χυλού. 

Ενώ απέχουμε μόνο τρία βήματα από το τέλος, το επόμενο κίνηση είναι να βάλουμε στο σαχάνι το εκάστοτε λαδάκι (σημ.: η αυθεντική συνταγή στης Σμυρνιάς γιαγιάς, υπαγορεύει τη χρήση φρέσκου βούτυρου). Μόλις ζεσταθεί καλά το λάδι ρίχνουμε μεγάλες κουταλιές από το μείγμα στο σαχάνι. ΄Οπως ακριβώς κάνουμε καλέ για τα κατιμέρια ή τέλος πάντως, για τις τηγανίτες. Δεν απομακρυνόμαστε και δεν μιλάμε στο τηλέφωνο. Χρυσίζουμε κάθε μηλομελόπιτα.
1-2 λεπτά -όχι παραπάνω- θέλει η κάθε πλευρά της.

Βήματα

Βήμα σημειωτόν: Βγάζοντάς τες από το σαχάνι -την σήμερον- τις ακουμπάμε  σε απορροφητικό χαρτί και μετά στη φαγιέντζα σερβιρίσματος. 

Βήμα επόμενον: Τις ραντίζουμε με μέλι και τις πασπαλίζουμε με κανέλλα... 


Βήμα αυτοσυγκράτησης: Σερβίρισμα

Βήμα τελικόν: Τους την πέφτουμε, σεκλετισμένοι και/ή όχι

Καλή σας όρεξη

Αντί για μέλι, υπάρχει και η εκδοχή σιρόπι... 1 μέρος μέλι, 1 νερό κι ένα ζάχαρη...

Made in Lux ... η εγχώρια γιορτινή και
πανηγυριότικη σπεσιαλιτέ μας


αλλά υπάρχει και η εκδοχή πατάτα, όπου βλ. γεώμηλον ή πατάτα στη θέση των μήλων, κρεμμυδάκι στη θέση της ζάχαρης, 
πιπεράκι στη θέση της κανέλλας, άντε και λίγο μαϊντανός και/ή θυμάρι
λίγο αλατάκι παραπάνω
και 
τριμμένο τυράκι στη θέση του  μελιού...

και στη θέση της μηλομελόπιτας, η τηγανοπατατόπιτα!!!


Και όχι μόνο!!!

Τώρα είναι η ευκαιρία να βάλετε μπρος τις φαντασιώσεις σας, γλυκές ή πικάντικες! 
Τις απολύτως δικές σας φαντασιώσεις! 
Πραγματοποιήστε τες, όπως σας αρέσει εσάς... 
δηλ. με τα υλικά της αρεσκείας σας...



3 σχόλια:

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...

Αν ακούγαμε πιο προσεκτικά και συχνότερα τους παππούδες...
Ξαποσταίνω στις αναρτήσεις σου.
Να είσαι καλά.

E.- είπε...

Μ΄αρέσει!!!

Εσύ εδώ να ξαποσταίνεις...
ενώ εγώ, εκεί, στα δικά στα "μέρη",
να ξεσηκώνομαι, να θέλω να κάνω αντίσταση και να σηκώσω παντιέρα...

Ε.-

Dina Vitzileou είπε...

Θυμήσου την επόμενη φορά που θα έρθεις...Πατατόπιττα!!!
( μην ξεχνιόμαστε έ? )
Φιλάκια κοριτσάκι!!