23 Μαρτίου 2014

Καινούργια αγάπη πιάνεται... παλιά, δε λησμονιέται...

Δεύτερη μέρα της ΄Ανοιξης σήμερα! Δηλαδή τι δεύτερη. Εμείς έχουμε άνοιξη εδώ και πολύ καιρό!!! 

Κι ενώ χτες και προχθές, έβρεχε και δεν έβρεχε, έκλαιγε και δεν έκλαιγε, φύσαγε και δεν φύσαγε... τελικά τέλειωσε ο χειμώνας και χαμπάρι δεν πήρα! 
Είναι γεγονός πάντως ότι εδώ φέτος, χειμώνα δεν νιώσαμε! 
Και πως να νιώσουμε αφού, το χιόνι μας ήταν, όλο κι όλο δυο ώρες κι αφού Νοέμβρη, τρώγαμε/γα σε τραπεζάκια έξω στο Στρασβούργο! Και Δεκέμβρη που πήγα κι ήρθα (Στρασβούργο), άνευ φόβου και πάγου; Και το Γενάρη, άνευ χιόνος και αλυσίδων; ΄Ασε το Φλεβάρη! Μισός εδώ και μισός εν Αθήναις, στο ντούκου πέρασε και τον πέρασα. Και το καλοριφέρ; Ζήτημα είναι να το άναψα καμιά 15αριά βράδυα! Βέβαια, έχω ένα κάτι. Αντέχω το κρύο περισσότερο από άλλους. Τέλος πάντων και τι να πω. ΄Ανοιξη είχαμε όλο το χειμώνα!!!

Ο ημερολογιακός χειμώνας πέρασε κι όλα καλά και στο καλό να πάει! Μπορεί και να ζεσταίνεται ο πλανήτης! 

Περίεργα τα του καιρού τα πράγματα αλλά και παρότι φέτος χειμώνας γιοκ, οι ντόπιοι τον "ξόρκισαν και τον έκαψαν" όπως πάντα! Κι αν οι φωτογραφίες σάς φέρουν στο μυαλό συνεύρεση Κου Κλουξ Κλαν, μην φοβάστε καλέ, στην Ευρώπη είμαστε. Απλά το ζητάει η παράδοση και οι ντόπιοι την τήρησαν και φέτος. Συνήθως το "ξόρκισμα" λαμβάνει χώρα  το βράδυ της πρώτης Κυριακής μετά το Καρναβάλι. Και συνήθως γιορτάζεται κάτι μεταξύ τέλη Φλεβάρη κι αρχές Μάρτη. Παλιά παγανιστική παράδοση θέλει τους χωρικούς να αποχαιρετούν το χειμώνα καίγοντας σε τεράστια φωτιά ένα σταυρό κι όλα τα χωριά το γιορτάζουν. 

Η γιορτή στα ντόπια λέγεται  και γράφεται Buergbrennen ή Buurgbrennen. Η Buergen είναι ένας τεράστιος σταυρός από άχρηστα κομμάτια ξύλου και στήνεται πάνω στα ξεραμένα χριστουγεννιάτικα δέντρα και μπόλικο άχυρο. Τώρα γιατί καίνε σταυρό κι όχι κάτι άλλο, δεν ξέρω. Τα χριστουγεννιάτικα δέντρα, είναι προσφορά όλου του χωριού. Είναι τα δέντρα που στόλισαν τα σπίτια στις γιορτές. Σαν έχουν πια εκπληρώσει το σκοπό τους συγκεντρώνονται σε ένα συγκεκριμένο μέρος μαζί με διάφορα άλλα άχρηστα κι ακίνδυνα εύφλεκτα υλικά. 

Από κει, οι πρόσκοποι ή η νεολαία του χωριού, λίγο πριν τη γιορτή, τα μεταφέρουν στο μέρος που θα γίνει το ξόρκισμα του χειμώνα! Για να φτιαχτεί η Buergen, θέλει όρεξη, κουράγιο και θάρρος γιατί συνήθως -μην κοιτάτε φέτος- το κρύο είναι χοντρό και τσουχτερό. Δεν είναι κι εύκολο, έτσι; Είσαι στα χωράφια, έξω από το χωριό, σε άπλα και να φυσάει και να βρέχει, αν δεν έχει και χιόνια. Το θέμα πάντως είναι ότι όλα αυτά τα παραβλέπουν, χάριν της παράδοσης. Εντυπωσιακό το θέαμα με το κάψιμο να συμβολίζει τη νίκη τού φωτός επί του σκότους, τη νίκη της ζέστης κόντρα στο κρύο, το ξύπνημα της ζωής που φέρνει η άνοιξη...  αναρωτιέμαι μόνο μήπως είναι καμιά μακρινή ανάμνηση από την εποχή που εδώ τριγύρω έκαιγαν μάγισσες! ΄Ισως. Παρόντες πάντως θα είναι όλοι! Πυροσβέστες, δήμαρχοι, κοινοτάρχες, πρόεδροι, χωριό, μπύρες και λουκάνικα! Τα φημισμένα Luxringer και Metwurst. Τί δουλειά έχουν τα λουκάνικα; Αμ, ξόρκισμα, χωρίς λουκάνικα; Μην τους το πείτε! Χωρίς λουκάνικα και μπύρες, γιορτή, για τους ντόπιους, δεν νοείται γιορτή! 

Μου είπαν, πως τη φωτιά συνήθως την ανάβει το πιο πρόσφατα παντρεμένο ζευγάρι του χωριού, αλλά δεν μου είπαν το γιατί. Πιθανόν κάτι να θέλουν να ξορκίσουν κι οι νιόπαντροι. Φλόγες τεράστιες τυλίγουν το σταυρό, η φωτιά φαίνεται χιλιόμετρα μακριά, η νύχτα γίνεται μέρα κι ο κόσμος ένα γύρω, χαίρεται! Το θέαμα μοναδικό! 




Μ΄αυτά και μ΄αυτά όμως, το χειμώνα που έφυγε και τον ήλιο που έχει έξω, εγώ έπαθα άλλο. Ξεμυαλίστηκα! Δεν έφτασε καν το Πάσχα, αλλά εγώ "έφτασα" να θέλω διακοπές! ΄Εχω και μια μανία με τους δρόμους και τα ταξίδια, δεν θέλω πολύ. ΄Ασε που δεν είμαι δα και των σχεδίων και των πλάνων. Παρόλα αυτά κι ενώ δεν έχω καν σκεφτεί τα του Πάσχα, το μυαλό μου έχει πάει ήδη αλλού. ΄Εχει πάει εκεί που θα ήθελε κι η καρδιά μου να πάει και πάλι. Δεν έφτασε ακόμα η στιγμή για σχέδια και διακοπές, το ξέρω. Ε,  και; Παρόλα αυτά εγώ λέω να την κάνω! 

Πάμε στο άλλοτε;  



Καλά σας βράδια

Ε.-




9 Μαρτίου 2014

΄Οπου αρχίζει ο μάγειρας, τελειώνει ο κασάπης...


Ανάρτηση... για χθες!
Και χθες και σήμερα πάντως, εις τα εδώ, έχομεν καλοκαίρι!!!
Ναι, ναι! ΄Οχι ΄Ανοιξη, καλοκαίρι!

 Μμμμ, όλα έτοιμα! 
΄Οπου να ΄ναι θα χτυπήσει και το κουδούνι. 8 του Μάρτη σήμερα...

Η μέρα κάτι μου θυμίζει. Κάτι τρέχει σήμερα, μα τί; 
Α, α, α! Ναι! Η μέρα της Γυναίκας είναι σήμερα!
Αν και χωρίς πρόγραμμα, καλά μάς έπεσε! Παρότι  δεν συμπίπτουν οι απόψεις μου με την εγκαθίδρυση αυτών των επετειακών ημερών, ας το γιορτάσουμε λοιπόν, θέλοντας και μη!

Μμμ... Μένει να μας ευχηθώ κάτι, αλλά τί; 
΄Αιντε κι ας μας ευχηθώ, τα ίδια με πέρσι!  
΄Ιδια η μέρα, ίδιες παραμένουν κι οι ευχές!

Σε μας κορίτσια, λοιπόν! Σε μας και στις χαρές μας!

πατλιτζάν εζμέ
τζιγεράκι εζμέ
Εντός ολίγου, περιμένω να φανούν οι φιληνάδες μου. Καιρός ήταν. Μια εδώ και μια εκεί, μου έλειψαν. ΄Ασε που ήταν και σειρά μου ήταν να τις περιποιηθώ. Μου έλειψαν τα δικά μας και το παρεάκι μας. 6 με μένα. Τι καλά! Καθιστές, άνετα, θα μοιραστούμε τα εκατέρωθεν κι ακόλουθα σμυρνέικα 

γιουφκάκια πεϊνίρ
 πρώτα και δεύτερα και τρίτα και γλυκάκι, βεβαίως-βεβαίως και, κους-κους. ΄Οχι καλέ, το μενού δεν έχει να κάνει ούτε με Αλγερία ούτε με Μαρόκο, που φημίζονται για το κους κους τους! Θα μπορούσε γιατί μ΄αρέσει πολύ η κουζίνα και τα μπαχάρια τους, αλλά όχι. Κους-κους στα καθ΄ημάς, ήταν και είναι, το πες-πες, το λέγε-λέγε, το μπλα-μπλα, κλπ. Εν άλλοις, και μεταξύ μας, είναι το κουτσομπολιό. Το σωστό κουτσομπολιό. Το γλυκό, το υγιές, το χωρίς κακές κακίες!
Σουτζουκάκια σμυρνέικα



Το τραπέζι, στρωμένο από το μεσημέρι, το ΄χω σχεδόν ξεχάσει. Μην θέλοντας να ΄χω την έννοια του, ήταν το πρώτο που ξεπέταξα. Τα λουλουδάκια να μην ξεχάσω μόνο. Α, και το ψωμάκι απ΄τα χεράκια μου, που ξαποσταίνει και δροσίζεται στη σχάρα της κουζίνας και, το κρασάκι βέβαια που παγώνει στο ψυγείο. Μπλέχτηκα για τα καλά με τα τσουκάλια και τις κατσαρόλες, τα πιπέρια, τα μπαχάρια και τα έλαια τα βούτυρα, τις ζάχαρες και τις κανέλλες, αλλά χαλάλι! 
μπακλαβαδάκια σμυρνέικα
απ΄τα χεράκια μου

Οι κατσαρόλες, ουφ... ησύχασαν πια, ο φούρνος στο μηδέν! Ενώ εγώ, εν αναμονή, επί ποδός και επί της υποδοχής. 
Ντριν κι ανοίγω. 
Δυο μαζί.
Καλώς τες!
Ματς- μουτς, καλωσορίσματα και περάστε περικαλώ στο σαλόνι.

"- Βρε, δεν το ΄ξερα...φοράς ποδιά; Πού τη θυμήθηκες; "
"- Τί που την θυμήθηκα; Ξέχασα να την βγάλω θες να πεις. Μαγειροτσουκάλιασμα χωρίς της; Αμ, για με, χωρίς, δεν γίνεται. Πάντα την φοράω! Είναι ένα από τα 3 βασικά της νενές: χέρια καθαρά, μαλλί μαζεμένο και καθαρή ποδιά! Γιατί γελάς, τόσο αστείο είναι;"  
" ΄Οχι, βρε παλιομοδίτικο είναι! Δηλαδή ξαφνιάστηκα. Κάτι καιρούς έχω να δω ποδιά!"

"- Ε, καιρός, ήταν να δεις. Εγώ κυρία μου, χώρια της δεν κουζινομαγειρεύω!"

"- ΄Αντε μωρέ... μες τη βρώμα και στα μικρόβια γίνεται... Δεν την πάω καθόλου..."

Ντριιιιιν... 3 κορίτσια αυτή τη φορά, στην πόρτα! 
και ξανά... Καλώς τες, καλώς τες!
"Κόρη μου, άσε τον ήσυχο εκεί που γράφει και διαβάζει... κι έλα εσύ εδώ σιμά κι άκουε... δεν σε πειράζει ο δόλιος (ο αδερφός μου)... Λέμε... κάθε φορά που θ΄αρχινάς το μαγείρεμα... δυο-τρία πράγματα θα κάμεις πρώτα-πρώτα... και θα ΄ναι πάντοτες τα ίδια... ναι μπρε, άλλα φαγάκια θα κάμεις κάθε φορά... αλλά αυτά που θα σου ειπώ θα είναι πάντοτες τα ίδια ... Το τσουκάλι θέλει μπροστοποδιά, χέρια καθαρά και τσεμπέρι στα μαλλιά... δίχως τους, είσαι κακή νοικοκυρά..."

"Είπα μπροστοποδιά και θυμήθηκα πάππο μου ... είχενε μια μανία με την μπροστοποδιά...ανεξήγητη κι όλο την ετραβολογούσε της νενές μου... σα να εζήλευγε... Σαν ήθελε να την επειράξει; της ετράβαγε την ποδιά... εθύμωνε κι ήναβε εκείνη και φωνολογούσε... νομίζω πως αν της εξεπάτωνε την πλεξούδα ολάκερη, λιγότερο θα φώναζε και τόσο δεν θα εθύμωνε... δεν ξέρω γιατί την επείραζε κι ενευρίαζε τόσο..."

"πάντως δίχως μπροστοποδιά δεν την ήβλεπες σχεδόν ποτές... ούτε την αννέ μου, ούτε τη νενέ μου... είχαν κάμποσες και συνήθως σκούρες... είχανε βέβαια και την επίσημη... αυτήν την εφορούσαν στις εορτές, στα μεγάλα τραπέζια, στους γάμους και σαν εσερβίριζαν σπουδαίους ξένους, τίποτα γραμματιζούμενους και τους επίσημους μουσαφίρηδες... η επίσημη μεταξένια κι απ΄ ατλάζι... άλλοτε κεντισμένη, άλλοτε με φαλμπαλά, άλλοτε με νταντέλα... στολίδι μονάχο πάνω απ΄το κάτω το ρούχο... 
"Μανάδες, γιαγιάδες και κυράδες την εφορούσαν... πάνω από το ρούχο της μέρας... καμωμένη ήτο θες από κάμποτο θες από αλατζά... μπορεί και από κομμάτι παλιό πεσκίρι ή παλιό πουκάμισο... είχενε τσέπες μεγάλες... για τα μετζίτια, το μαντήλι, το αντίδωρο... αργότερα στις τσέπες ήβανες για κάνα μπομπόνι για τα παιδιά ή κάνα ξηρό καρπό ή κάνα μαραμένο λουλούδι μαζεμένο με βιάση... μόνες μας τις εκόβαμε και τις εράβαμε... ουυυ, εύκολο πράμα... ήτο βλέπεις λίγα τα ρούχα ολονών τότες... δυο-τρεις; αλλαξιές είχαν όλες κι όλες, όλοι, γυναίκες κι άντρες... ήτο εύκολο να την επλύνεις τη μπαμπακερή μπροστοποδιά κόρη μου ... ζόρικο το σιγκούνι και ο ντουλαμάς... της αλλαξιάς το ρούχο ήτονε από καλό πανί κι υφάδι... κι ήθελε το ρούχο-ρούχο το καλό,  πλύσιμο στο ποτάμι, απαλάδα στο τρίψιμο, προσοχή στο λιάσιμο, πολλή φροντίδα δηλαδή... τη μπροστοποδιά την ήπλενες όπου σε εβόλευε... στο τσίγκινο τάσι...στο λαβαμπό... πράσινο σαπούνι, γερό τρίψιμο και στέγνωμα στον ήλιο ζήτανε μόνο... θυμούμαι τη μπροστοποδιά της νενές μου, καλοκαίρι καιρό, να ξεροσταλιάζει πάνω στο φουντωμένο βάρσαμο... το χειμώνα πάλι, εκρέμετο κι εστέγνωνε κοντά στη στιά... φροντίδα για το καλό ρούχο ήταν η μπροστοποδιά.... γι΄αυτό την εφορούσαμε κόρη μου... την εφορούαμε όμως και για χίλια άλλα... χίλια άλλα ήκαμε, μάζευε κι ήκρυβε αυτό το πανί...

"Μπρε, θάματα ήκαμε η ποδιά... για τούτα και τούτα η νενέ μου την είχενε πάντα σε πρώτη διάταξη... 

"μ΄αυτήν ετράβανε το τεψί όξω από το φούρνο... την ήπιανε γερά από τις δυο της άκριες κι έβγανε το τεψί δίχως να κάψει τα δαχτύλια και παλάμες...
"επήαινε στο κοτέτσι... πάλι τις δυο της άκρες ήπιανε... την εγέμιζε με τα αβγά που ήτονε για το σπίτι ... φορές-φορές, την εγέμιζε και με κλωσσοπούλια... γιατί, άλλες, θυμούμαι, τα εκυνηγούσε ο πετεινός κι άλλες γιατί μισοψοφισμένα ήτονε και τα ελυπόντανε ... τα ήφερνε λοιπόν στο σπίτι και τα γιατρικούλευε... την εγέμιζε και με μισοκλωσσησμένα αβγά... για να σώσει τότες τα ΄βανε στο μισόσβηστο φούρνο ν΄αποκλωσσηστούνε... κι αυτήν αποτίναζε και απόδιωχνε τις κότες σαν παράκαμαν το παρακάλι και τη ζητιανιά της θροφής...

"εκρυβόμαστε στη μπροστοποδιά της σαν εντρεπόμαστε μικρά άμα είχαμε ξένους, και μουσαφίρηδες στο σπίτι...
"σαν εγέρασε κι ήνιωθε πιότερο το ψύχος... σα να την εβλέπω εδάς.. εκαθόντανε κι ανεσήκωνε τη μπροστοποδιά ως τους ώμους... εσκέπαζε το μπέτη της κι ήκοβε την ψύχρα...
"ήναβε τη φωτιά στο τζάκι και με τη μπροστοποδιά εφύσανε τα ξύλα και τα κάρβουνα για ν΄αναπάρουνε...

"με τη μπροστοποδιά ήφερνε τις πατάτες απ΄το χωράφι και τα ξύλα απ΄την καρβουναποθήκη... και τις ντομάτες και το μαντανό και τα κρεμμύδια και τα λάχανα... μες την ποδιά τα ήβανε και τα ΄φερνε μέχρι την κουζίνα... κι εχώραγε η άτιμη μπόλικα... 

ήβγαινε κι εμάζευε τα χόρτα στο χωράφι και την εγέμιζε αφού επέρναε τις άκριες της στο ζωνάρι... ή ήνωνε κι εκρατούσε τις άκριες με τα δαχτύλια της και μέσα, εσύναζε τα πεσμένα μήλα, τα δαμάσκηνα, τα συκαλάκια... 

"ξεσκονόπανο θαμαστό την ήκαμε... σα λάχαινε κι εφτάνανε στο άξαφνο, μουσαφίρηδες...

"ήπλωνέ τη στα γόνατα κι εκαθάριζε τις φασούλες... οι φασούλες στη λεκάνη, τα κοτσάνια στην ποδιά και μετά στις κότες...

"σημαία την εσήκωνε κι ήγνεφε του παππού πως το φαΐ εγίνηκε... 
σημαία και σημάδι πως τον επερίμενε κι αυτόν ή και τους εργάτες...

"μ΄αυτήν εκυνηγούσε τα ζούδια που μας φόβιζαν και μ΄αυτήν ήδιωχνε τις μύγες για να μη μολύνουν το φαΐ...
"μ΄αυτήν, σαν την ήβγαζε αργά το σούρουπο, εκυνηγούσε το  γάτη που της είχε πάρη τη θέση πλάι στο τζάκι... ή μ΄αυτήν τον ήδιωχνε σαν ετριγύριζε ανάμεσα στους πόδες της σαν του εμύριζει το φαΐ στην κουζίνα... 

"μ΄αυτήν εφόβιζε το σκύλο σαν επαραστεκότανε δίπλα στο τσουκάλι  με το κρέας...

"μ΄αυτήν ήπιανε το τεψί  με το τουρλού και το χαλβά και τ΄απίθωνε στο περβάζι να κρυώσουν...
"μ΄αυτήν εσκούπιζε τον ίδρο απ΄το μέτωπό της σαν εφούρνιζε...

"μ΄αυτήν εσκούπιζε κι εκαθάριζε τα ροζιασμένα χέρια της για να μας επάρει αγκαλιά... 
"μ΄αυτήν μάς εκαθάριζε τα λερωμένα χέρια και τα ματωμένα γόνατα...

"μ΄αυτήν μάς εστέγνωνε τα δάκρυα...

"αυτήν τραβούσαμε κι ετραβούσαμε την προσοχή της... σαν είχαμε να της επούμε μυστικό... ή από φόβο...

"μ΄αυτήν...

"Αχ κόρη μου... και ποιος ξέρει τι ξεχνάω ακόμη... έκαμε τόσα και τόσα ... γι΄αυτό την εφορώ κι εγώ... και χρήσιμη είναι και την αννέ μου και τη νενέ μου μού θυμίζει... μου θυμίζει και τον πάππο μου... πολλές φορές της την ετράβανε και της ήλεγε "- αμάν κυρά μου, δεν την εβαρέθηκες πια τη μπροστομούνα;" 

"-Σους... μπρε... σους..." του έβανε τότες τις φωνές η νενέ μου... εκείνη τον αγριοκοίτανε κι εκείνος εγέλανε... εθύμωνες τότε μαζί του και η αννέ μου και του ήκαμε νοήματα πως τον ακούαμε κι εμείς τα  παιδιά... η νενέ μου είχενε αρχίσει τον εξάψαλμο...  "- μπρε ανίερε... μπρε βλάσφημε... μπρε, μπροστά στα παιδιά... άιντε να χαθείς... ντροπής... " κι εσυνεχίζετο ο εξάψαλμος για κάμποση ώρα..."
"Μπρε τι σου λέω κι εγώ κόρη μου... μπροστοποδιά θα την ελές εσύ ... άσε τον πάππο μου ... και τσι πονηράδες του... όλο στα καλαμπούρια και στα πειράγματα ήτονε ο νους του... κι όλο να τσιγκλάει τη νενέ μου ήθελε... αχ κι εκείνη... τόσα χρόνια μαζί και δεν τον είχενε μάθει... στα σοβαρά τον ήπαιρνε πάντα και δωσ΄του κι αυτός..."

"΄Ακουε τώρα... στο γιούκο της κουζίνας, κάτω χαμηλά, έχω σου, δυο μπροστοποδιές... προίκα σου... έχει από δυο και για τις άλλες... για σένα είναι ΄κείνη δα με τις ρίγες κι είναι μπροστοποδιά καθημερνή... είναι σαν ετούτη δα που φορώ... η άλλη είναι κάτασπρη, στολισμένη, επίσημη... έχει νταντέλα... φόραε τες κόρη μου, να με θυμάσαι...  

"Η κουζίνα θέλει... αγάπη, καθαρά χέρια, μαντήλι και μπροστοποδιά..."

Καλά σας βράδια

Ε.- 

Κίνδυνος η μπροστοποδιά σήμερα! Βρώμα και μικρόβια! Αν είναι δυνατόν!!!
Ε, καλέ ... το μόνο μικρόβιο που άρπαξαν τότε τα παιδιά από την μπροστοποδιά της μαμάς και της γιαγιάς, ήταν, το μικρόβιο της αγάπης!!!

΄Ολα και για όλα η μπροστοποδιά τότες!  
"΄Ολα κι απ΄όλα, εμάζωνε σε μια μέρα! 
Και μικρόβια κι αγάπες!

Είμαι σίγουρη πως θα περάσει πολύς καιρός μέχρι να εμφανιστεί ξανά, ένα κομμάτι πανί που θα μπορέσει ν΄ανταγωνιστεί τη μπροστοποδιά...
Να την ανταγωνιστεί και να προσφέρει εκείνα τα χίλια ένα κάτι που πρόσφερε η ποδιά της γιαγιάς και της μαμάς... 






2 Μαρτίου 2014

Τα εξερχόμενα είναι αμαρτίες... όχι τα εισερχόμενα...

΄Αρχισε χθες ο Μάρτης. 
Κι άρχισε λαμπερός-λαμπερός! 
Μαθημένοι εμείς τόσα χρόνια αλλιώς, μας είναι δύσκολο να το πιστέψουμε πως έχουμε Μάρτη και χειμώνα! 

Καλημέρα, καλό, καλό μας Μάρτη και καλή Σαρακοστή...
Του Μάρτη τρίτη μέρα αύριο και Κούλουμα και Καθαρή Δευτέρα. Κι όπου Καθαρή Δευτέρα, έναρξη Σαρακοστής! Λείπει ο Μάρτης απ΄τη Σαρακοστή; Απόδειξη πως όχι!

Δεν ξέρω βέβαια πως άρχισε εκεί κάτω σε σας γιατί μια βδομάδα πριν που ήμουν εκεί, συνεπέστατο τον βρήκα τον Φλεβάρη σας και σε πλήρη αρμονία με το γνωστό "ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει"! Καλοκαίρι είχατε!!! Σας αγαπάει ο Θεός! Αν σας αγαπούσατε κι εσείς... Ας ελπίσουμε τώρα πως ο Μάρτης σας, καλόφερτος να ΄ναι και τελείως ασυνεπής! Μην σας προκύψει ούτε γδάρτης ούτε παλουκοκάφτης, δεν χρειάζεται! 


Ναι, ήμουν στα πάτρια για δυο βδομάδες. Εξ ου και τα κατεβασμένα ρολά. Βάλε και κάτι τεμπελιές, κάτι ασυνέπειες και κάτι Στρασβούργα, δεν θέλει πολύ. Κλειστό έμεινε για ένα μήνα και βάλε το μαγαζί, αλλά ιδού και να ΄μαι και πάλι πίσω και πάλι εδώ.



Πολύ θα ήθελα να ήμουν "εκεί" αύριο αλλά ας όψονται οι υποχρεώσεις, το γραφείο, η άδεια, η Swissair, κλπ.

 
Πρωί-πρωί, επιβάλλεται, μια σβέλτη επίσκεψη στη Βαρβάκειο. Φωνές, οσμές, μυρωδιές, τιμές... Θαλασσινά κι εδέσματα σαρακοστιανά. Και λαγάνες σουσαμάτες, ζεστές. 

Χάζι μεγάλο αλλά η επιστροφή, μετά την απόκτηση των απαιτούμενων σαρακοστιανών αγαθών, επιβάλλεται να γίνει άμεσα και πάραυτα. Μπάσιμο στην κουζίνα αφθορεί, και παραχρήμα επί το έργο! Σύντομα κι εντός ολίγου, θ΄αρχίσουν τα κουδούνια και τα κουδουνίσματα και τα πήγαινε-έλα. Φίλοι και σόι, γείτονες, πιατέλες, νταβαντούρι. Τραπέζι και τσουγκρίσματα κι ευχές και μάσες και φαγάκια. Και γλυκάκια! Και σειρά έχει το πατροπαράδοτο πέταγμα του χαρταετού! 

Η αλήθεια είναι πως μετά, θέλει μια λίγη προσπάθεια η έξοδος! Ποιά έξοδος; Κούλουμα χωρίς χαρταετό γίνεται; Δεν γίνεται! Μα για να πετάξεις χαρταετό φίλε, πρέπει να εξέλθεις! 
Σίγουρα το φαγοπότι παρότι σαρακοστιανό δεν βοηθάει, το μπαλκόνι δεν ενδείκνυται και τα σύρματα της ΔΕΗ εμποδίζουν. Παρ΄όλα αυτά όμως, πρέπει να βγείς. Κι είμαι σίγουρη, πως θα βγεις και πως τα τσερκένια θα στολίσουν ξανά τον ουρανό και θα σημαδέψουν και φέτος πάλι τη Σαρακοστή.

΄Ολα αυτά θα μου λείψουν εδώ. Δεν θα μου λείψουν τα εδέσματα και τα σαρακοστιανά. Θα μου λείψουν όμως κάποιοι φίλοι, λίγο σόι, η λαγάνα και τα τσερκένια! Τ΄αγαπημένα μου τσερκένια...
Τη λαγάνα λέω πως θα την πετύχω και φέτος. Είδομεν. 


"Να ΄ναι καλά ο κύρης σου κόρη μου.... το ΄κανε πάλι το θάμα του ...γεια στα χεράκια του κι απ΄όλα τα σαρακοστιανά μάς τάισε σήμερα... και μ΄όλα τα καλά του Θεού στόλισε το τραπέζι... 
Είχενε δίκιο η αννέ μου... σαν πασά μου τον ανέβαζε και πασά μου τον κατέβαζε... πρώτος στ΄αντέτια, πρώτος στα μαγειρέματα, πρώτος  στους πρώτους... τίποτα δεν του ξεφεύγει... και στο τσερκένι πρώτος... το πιο σωστό στο ζύγι είχατε πάλι... το καλύτερο...  Πανιώνιος... κιρμιζί και μπλάβο...  πιο ψηλά από όλα τ΄άλλα επέταξε μπρε... με την ουρά του, τα σκουλαρίκια του...  

Συνοικία Βοτανικός -
΄Αγιος Πολύκαρπος 
΄Αγιος Πολύκαρπος
Βοτανικός
Κρίμα που δεν επρόλαβε να τον εγνωρίσει ο πάππος σου... θα τον ηγάπανε πολύ... θα εταιριάζανε... ηγάπανε κι εκείνος ότι αγαπά ο κύρης σου... ηγάπανε και το τσερκένι... ώρες εκάθετο και το ήφιαχνε... όσες δουλειές και να ΄χενε κι όση κούραση, ποτέ δεν μας ήφησε δίχως τσερκένι... στον ΄Αγιο κοντά επηγαίναμε να εορτάσουμε τα Κούλουμα... όλη η γειτονιά δηλαδή στον ΄Αγιο πήγαινε... εξοχή ήτονε τότες, καλάμια...  ούτε σπίτια είχε κοντά, ούτε σύρματα... καταγής βάναμε τα πεσκιρόπανα κι ακουμπούσαμε τα σαρακοστιανά...  τι σε ποιον ΄Αγιο... στον ΄Αγιο μας, στον ΄Αη-Πολύκαρπο... 

Μετά τη φωτιά - ΄Αγιος Πολύκαρπος
 
Βουρλά - Σήμερα ο Αρφανός...
"΄Οχι, στα Βουρλά, επηγαίναμε στον ΄Αη Γιώργη, τον αρφανό...  μικρό εκκλησάκι και ταπεινό... μες την εξοχή.. ορφάνεψε ο τόπος μας, θα ορφάνεψε κι ο ΄Αγιος... δυο φορές αρφανός ο δόλιος κι αυτός... ας μην αρχινίσω πάλι τα ίδια μέρα που ΄ναι... τέλειωσε εκείνος ο τόπος πια... τέλειωσε κι ο αρφανός... 

Βουρλά
Αχ κόρη μου... κι όσο λέω πως τέλειωσαν όλα, άλλο τόσο με κρατάει η ελπίδα... εγώ θα φύγω από δω πάνω κι η ελπίδα μου θα πετάει ένα γύρω...
 
Ας είναι... τι ελέγαμε μπρε; "


"- Για τη Σαρακοστή λέγαμε νενέ, για τους χαρταετούς, τα τσερκένια..."
 
"΄Αιντες, ναι ... Η κυρά Σαρακοστή κρατά επτά ολάκερες εβδομάδες κόρη μου ... αρχινά μετά τις αποκριές και μας επάει στη Μεγάλη Εβδομάδα... αρχινά δηλαδή στην Καθαρή Δευτέρα... Καθαρή την ελέμε γιατί αρχινάμε τη νηστεία... η Μεγάλη Εβδομάδα πάντως δε μετράει μέσα στη Σαρακοστή... άλλοι ελέγανε πως κρατεί 48 μέρες, άλλοι ελέγανε 49... είναι πάντως η πιο μεγάλη από τις νηστείες, ετούτη εδώ πριν από το Πάσχα... το ΄λεγε η νενέ μου κι ο πάτερ-Αθανάσιος; ... καλός ιερέας και καλός άνθρωπος... έμεινε γνωστός στα Βουρλά για την καλοσύνη και τη συμπόνοια που έδωκε σε όλους... δεν εξεχώρισε ποτέ κανέναν... για κείνον ήτονε όλοι άνθρωποι... ελειτουργούσε και στον Αρφανό... σίγουρα μια, ανήμερα στη χάρη του και μετά, όποτες του ήρχετο...  δεν τον εξεχνούσε όμως ποτές... συνήθως μας το ήλεγε από την προηγούμενη... μερικές φορές όμως δεν μας το ήλεγε και καθόλου... μόνο ακούαμε την καμπάνα του Αρφανού να χτυπά κι εκαταλαβαίναμε... κι ετρέχαμε... 

"Μπρε, μπρε τι θυμήθηκα πως δεν σου ΄χω λεομένο!!!  Άκουε... Μια φορά που λες, με ήστειλε η αννέ μου να βρω τον κύρη μου... εβγήκα στη γειτονιά και τον ήβρηκα στου πάτερ... στην αυλή καθόσαντε κι επίνανε τσικουδιές... κουβάλανε η παπαδιά μεζέδες κι αυτοί επίνανε κι εγελούσανε... βλέπω τους μεζέδες κι ετρέξανε τα σάλια μου... κοιτώ τους καλύτερα και τι να δω... να ΄σου και μια λακέρδα και δυο τσίροι... τα χάνω και βάνω τις φωνές... 9-10 χρονώ θα ήμουνα ολότελα...

"Ε, παπά-Θανάση, άμε καλέ... τι πράματα είναι αυτά; Τεσσαρακοστή έχομε... η μάνα μου δεν μας αφήνει ν΄αγγίξομε παρά ψωμί, τεχίνι κι όσπρια... κι εσείς εδώ και πίνετε και τρώτε... από τα απαγορεμένα..."
 
Γυρνά ο κύρης μου και μ΄αγριοκοιτά, έτοιμος να με ξαποστείλει.... 
Ο παπά-Θανάσης όμως χτυπά το σκαμνί δίπλα του, ύστερα καταπίνει και μετά ανάμεσα σε γένια και μουστάκια, χαμογελά και μου μιλεί με φωνή χαμηλή... 
 
"- Κάθησε μπρε για Λέγκω... καλά κάμει η μάνα σου και σας κρατά στη Σαρακοστή... εγώ κι ο κύρης σου εξεφύγαμε... μα εξεφύγαμε γιατί η βαριά δουλειά θέλει γερό φαΐ... κι εμείς δουλέβγουμε βαριά στα χωράφια και στ΄αμπέλια... δεν τρώμε ΄δας και κρέας... ένα τσίρο ετσιμπήσαμε, ν΄ αδειάσει το φανάρι και να μην τον επετάξουμε... δεν είναι καλή δικαιολογία αυτή κόρη μου, το ξέρω... έτσι το ήμαθα όμως κάποτε κι έτσι στο λέω... κάποτες ΄δα είδα κι εγώ το ίδιο... Ο παπάς του χωριού να μη νηστέβγει ενώ εγώ να νηστέβγω... αγανάκτησα βλέποντάς τον... κι ήταν εκείνος που μου είπε τα ίδια λόγια αυτά...

"- Τέκνον μου, εάν καμιά φορά ξεφύγεις από τους νόμους της Τεσσαρακοστής να ξέρεις πως ο Χριστός συχωρνά... συχωρνά τα εισερχόμενα μα δεν συχωρνά τα εξερχόμενα... δεν τον επειράζει το Μεγαλοδύναμο ο τσίρος... τον επειράζει η βλασφημία, το ψέμα και η συκοφαντία... το κουτσομπολιό... αυτά κάμουν κακό... μ΄αυτά κάμεις κακό και βλάπτεις το συνάθρωπό σου... όχι με τον τσίρο και τη λακέρδα που εσύ καπαπίεις... καταπατείς τη Σαρακοστή ναι, μα δεν καταπατείς το λόγο του Κυρίου...  διδάσκει την εγκράτεια η Τεσσαρακοστή μα μεγαλύτερη εγκράτεια από το να μη κάμεις κακό στον άλλο δεν είναι άλλη... Τί ζητά τελικά ο ΄Υψιστος; Να μη νηστέβγεις τη συμπόνοια, την ελεημοσύνη, τη συντρομή και το καλό..."
 
"- ΄Αμε τώρα στο καλό του Θεού κόρη μου και το νου σου στα εξερχόμενα... πριν μιλήσεις, σκέψου τα όσα ήκουσες... ευθύς έρχεται κι ο κύρης σου... "
 
"- Τα σκέφτηκα τα λόγια του παπά-Θανάση κόρη μου, πολλές φορές από τότες... 
τότες εγύρισα στο σπίτι κι είδα κι έπαθα να μην ανοίξω το στόμα μου και να μην πω ούτε στην αννέ μου τα όσα είχα δει... δεν το μετάνιωσα πάντως ποτέ... το είπα κάποτε στην αννέ μου, χρόνια μετά... έπεσε από τα σύννεφα σαν το ήκουσε... μετά όμως ήρθενε και μου ΄πενε πως καλά είχα πράξει... παιδί ήμουνα κι ήθελε μεγάλη εγκράτεια το να μην το πω σε άνθρωπο, να μην κατηγορήσω και να κουτσομπολέψω... εγώ το είχα πει στο Γιώργη μας αλλά ούτε κι εκείνος ήνοιξε το στόμα του... επροτίμησα να μην μιλήσω τότες μα και από τότες πολλές φορές επροτίμησα τη σιωπή...
 
"Με τη σειρά μου, το λέω κι εγώ σε σένα κόρη μου... τα εξερχόμενα είναι αμαρτίες, όχι τα εισερχόμενα... είναι δύσκολο να κρατήσεις τη νηστεία της τροφής σήμερα μ΄όλα αυτά τ΄αγαθά ένα γύρω και που έχεις μάθει να τα καταλύεις όπως να ΄ναι, όποτε να ΄ναι ... παλιά ήταν πιο εύκολο... θες γιατί δεν είχαν παράδες οι άνθρωποι, θες γιατί δεν είχαν ξεχάσει και σέβονταν περισσότερο το Θεό, θες γιατί ο Θεός τούς εβοηθούσε πιότερο τότε... δεν ξέρω... μα ήτονε και τότε κι ΄ναι ακόμα πιο ζόρι να κρατήσεις το στόμα σου κλειστό... λέω πως σε καλεί ο Θεός να διαλέξεις... ή να κλείσεις το στόμα ή να το ανοίξεις... και τα δυο με το στόμα έχουν να κάμουν... όπως το ήλεγε κι ο πάπα-Θανάσης... νηστεία και εγκράτεια... μια μου φαίνονται ένα πράμα... μια, μου φαίνονται δύο κι αταίριαστα... 

"΄Εξι εβδομάδες και μια η Μεγάλη... εφτά φορές εφτά ημέρες μάς κάμουν σαράντα εννιά μερόνυχτα (7Χ7=49)... βγάνουμε τις δυο τελικές, το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαΐων κι έτσι έχομε 47 μέρες. Αρχινά η κυρά Σαρακοστή τη Δευτέρα της πρώτης των Νηστειών... Ναι, μπρε...  καθαρά τη λέμε γιατί βγάνομε το κρέας από το τσουκάλι... όξω το κρέας, τα τυριά και τα βουτύρατα... νηστεία από δω και πέρα ίσαμε τ΄αρνί... πάνε όλα εκείνα που τρώμε τον υπόλοιπο καιρό... ξέχνα τα... την Παρασκευή της έκτης εβδομάδας... κι εκειδά προ των Βαΐων... φτάνομε κοντά στο τέλος... στα τροπάρια του Τριωδίου το λέει αυτό... κι όσο κι αν τα Σάββατα και οι Κυριακές δε λογίζονται σα μέρες νηστείας γιατί έχομε το δικαίωμα να καταλύσωμε λάδι, η νηστεία τα προσμετράει ... όχι άλλα, μονάχα λάδι ... τα προσμετράμε γιατί έτσι το ζητά το λειτουργικό... 
 
"Ξέχασα πια να μετράω... γέρασα... τότες εμείς είχαμε μια συνήθεια... για να μετράμε τις εφτά εβδομάδες της Σαρακοστής... ήτονε μια συνήθεια πιο πολύ για μας τα παιδιά... το καλεντάρι μας για τη νηστεία... με τη νενέ συνήθως παρέα εκάμαμε  την κυρά-Σαρακοστή... γλυκειά στην όψη για να μας καλοπιάνει... μια καλογριά παράξενη όμως... διαφορετική από τις άλλες... μ΄άλλα ρούχα, δίχως στόμα και με επτά ποδάρια... επαίρναμε ένα χαρτί κι εσχεδιάζαμε μια γυναίκα... δίχως στόμα γιατί νηστέβγει... δεν τρώει, ούτε μιλάει... μοναχά προσεύχεται... με επτά ποδάρια, όσες είναι οι εβδομάδες της... την εκρεμούσαμε σε κάποιο σημείο του σπιτιού και κάθε εβδομάδα εκόβγαμε κι ένα από τα ποδαράκια της μέχρι να μείνει αυτή χωρίς πόδια κι εμείς χωρίς άλλη νηστεία... το τελευταίο το εκόβγαμε το Μεγάλο Σάββατο... όποιος το ήκοβγε το εφύλαε μέσα σ΄ένα ξερό σύκο ή δαμάσκηνο... σ΄όλη τη νηστεία τα ξερά φρούτα εστόλιζαν το τραπέζι... νηστέβγαμε και καταναλώναμε πολλά τέτοια... κι όποιος το ήβρισκε λογιότανε καλότυχος... Η κυρά-Ανθούσα που δεν ήτονε από τα Βουρλά είχενε άλλο αντέτι... ήπαιρνε ένα μεγάλο κρεμμύδι και του ήμπηγε 7 φτερά της κότας... του ήδενε μια κλωστή κι εκρέμαγε τον κουκουρά -έτσι τον ήλεγε- μ΄ένα καρφί στο ντουβάρι... κι έβγανε ένα φτερό του κουκουρά για κάθε εβδομάδα που επερνούσε... 
 
"Εμείς τα παιδιά εκάμαμε και μια στην τάξη, στο σχολειό... από χαρτί... μα από τότε που ετσακωθήκαμε άσχημα... ήκοβε πάντα ο δάσκαλος το πόδι... "
 
Καλά σας βράδια

Ε.-
 
Χαλάλι όμως η νηστεία, έτσι; Αν στο τέλος ξέρεις ότι σε περιμένει το σπληνάντερο, ο οβελίας και το κοκορέτσι!!! 


Η συνταγή για την κυρά-Σαρακοστή που δεν τρώγει
και δεν τρώγεται


Απαραίτητα



Καθαρή Δευτέρα

Αγάπη
χαρτί, μολύβι, ψαλίδι, φαντασία

Σχεδιάζουμε με μολύβι και φαντασία στο χαρτί την κυρά-Σαρακοστή και την κόβουμε



Χρειαζούμενα
 
- Μισό κιλό αλεύρι
- Μισό και λίγο φλυτζάνι νερό
- 3 κουταλιές της σούπας αλάτι
- Πλάστη
- Μαχαίρι κοφτερό
- Μέτριο ή μεγάλο ταψί
- Λαδάκι -ότι λαδάκι να ΄ναι- για ν΄αλείψουμε το ταψί μας 
- Σπάγκο ή κορδέλα

Την κυρά Σαρακοστή τη φτιάχνουμε με μπόλικο-μπόλικο αλάτι για να μη μουχλιάσει μέχρι να περάσουν οι σαράντα εννέα μέρες της νηστείας.


Επί το έργον


Πρώτα, πλένουμε καλά-καλά τα χέρια 
και δεύτερα, φοράμε τη μπροστοποδιά
όπως ήλεγε η νενέ

7 πόδια σε 7 βήματα για τις 7 εβδομάδες

1. βάζουμε το αλεύρι και το αλάτι στη βαθιά φαγιέντζα

2. κάνουμε μια μικρή λακουβίτσα στη μέση κι εκεί ρίχνουμε σιγά σιγά το νερό. Λίγο νερό, λίγο ζύμωμα, λίγο νερό, λίγο ζύμωμα. 
(βάζουμε μόνο όσο νερό νιώθουμε ότι χρειάζεται και ζυμώνουμε ώσπου στο τέλος να έχουμε μια ζύμη σχετικά μαλακή,  ομοιόμορφη, λεία κι εύπλαστη)
3. Με τον πλάστη απλώνουμε το ζυμάρι σε χοντρό φύλλο
4. Με τη βοήθεια της χάρτινης κυρά-Σαρακοστής και του μαχαιριού, κόβουμε το ζυμάρι σύμφωνα με το σχέδιο
5. Με το μαχαίρι ή μ΄ότι άλλο μάς βολεύει, χαράζουμε  τη μύτη, τα μάτια, τα ρούχα και τα ποδαράκια της
6. Να μην ξεχάσουμε μ΄ένα ξυλάκι να κάνουμε μια τρυπούλα στο κεφάλι της. Από την τρυπούλα αυτή θα περάσουμε το σπάγκο για να την κρεμάσουμε.
7. |Αλείφουμε με λαδάκι το ταψί, βάζουμε μέσα ξάπλα στην κυρά-Σαρακοστή, βάζουμε το ταψί στο φούρνο και ψήνουμε μέχρι να ξεροψηθεί και να σκληρύνει - καμιά 50αριά λεπτά


Σαν κρυώσει, την βγάζουμε από το ταψί -προσεκτικά να μην μας σπάσει- της περνάμε το κορδελάκι και την κρεμάμε στην κουζίνα μας.



Καλή επιτυχία

και
Καλή Σαρακοστή


Ε.-



Να θυμάστε:


Η κυρα-Σαρακοστή δεν έχει στόμα, γιατί δεν τρώει ούτε μιλάει, παρά μόνο προσεύχεται!

Όσο για τα ποδαράκια της, προσοχή! Να είναι επτά! Ούτε περισσότερα ούτε λιγότερα.

Αν πάλι δεν έχετε όρεξη για ζύμωμα, πλάσιμο και ψήσιμο, αλλά έχετε όρεξη να ζωντανέψετε το έθιμο,  κάντε την από χαρτί. Σχεδόν το ίδιο είναι...

Καλωσόρισμα της Σαρακοστής στη Μικρά Ασία