Ε νενέ, εσύ δεν έλεγες πως...
"Σαν ο καιρός κόρη μου είναι λίγο γκρίζος, λίγο ψυχρός, λίγο βροχερός ... χουχουλόκαιρος είναι ... Να μείνεις μέσα θέλεις, να χαμηλώσεις, να σκεφτείς, να αναθυμηθείς, να γείρεις ... Που όρεξη για σχολειό, που για χωράφι, που για δουλειά ... Χαμηλώνει ο καιρός ... όλα κατακάθονται... Και το μυαλό και το κέφι κι η όρεξη... "
"Χαμηλό βαρομετρικό δηλαδή, ε γιαγιά;"
Λοιπόν νενέ, σήμερα εδώ έχουμε χουχουλόκαιρο... Λίγο γκρίζος, λίγο ψυχρός, λίγο βροχερός κι όλα προς τα κάτω ... Χαμηλωμένα τα κέφια, χαμηλωμένη η όρεξη (αυτό δεν είναι κακό)... Μόνο η διάθεση, στο ζενίθ για χουχούλιασμα. Και το χουχούλιασμα μου ΄φερε στο νου τις βεγγέρες που τόσο αγαπούσε η νενέ μου ...
"Κι οι βεγγέρες πάνε πια πολύ του χειμώνα ... Κι ήταν οι βεγγέρες μας όμορφες... και στο κρύος ακόμα ομορφότερες ... 2-3 φορές η βδομάδα, απαραίτητα, αμέ. Γυναίκες οι πιο πολλές. Ειδικά σα δε χρειαζόταν να δουλέψουν έξω απ΄το σπίτι τους. ΄Ολη τη μέρα πλύσιμο, μαγείρεμα, πάστρα ... περίμεναν τη βεγγέρα να χαμηλώσουν ... Πότε δω, πότε στου γείτονα, πότε στη θεια Καλομοίρα... Μόλις καθόντανε η μέρα, καθόμαστε στο τραπέζι, με τον πατέρα. ΄Ολην την άλλη ώρα ήταν στις δουλειές έξω απ΄το σπίτι ... Στο σπερινό τραπέζι ήταν η ώρα να τονέ δούμε, να μας εδεί, να μας ερωτήσει, να μας κανακέψει... Σαν τρώγαμε τον επιούσιο, μετά ο καθείς στη δουλειά του. Ο πατέρας στο καφενέ για τα νέα, κουβέντα και συμφωνίες... Τα παιδιά, τα πιο μικρά με τη μάνα, ή στο διάβασμα τα μεγάλα... Η μάνα πότε δεχότανε, πότε ξεπόρτιζε... Με τον τσεβρέ, τις βελόνες ή το βελονάκι και το μαλλί ή το νήμα στη μεγάλη τσέπη της ποδιάς το φανάρι σβηστό για την ώρα, και τα μικρά απ΄το χέρι, ευχαριστημένη μάνα και κυρά ή πήγαινε να βεγγερίσει ή που δεχόταν φιληνάδες, ξαδέρφες, γειτόνισσες, στο κονάκι της...
Φτάναμε, κρούαμε στην πόρτα, μας ήνοιγον. Κάτω στο χαγιάτι, αφήναμε το φανάρι, βγάναμε καπότα και γαλότσες κάτω κι ανεβαίναμε στον πάνω όροφο, στη σάλα. Γύρω-γύρω σοφάδες (καναπέδες), στη μέση σοφραδάκια (χαμηλά στρογγυλά τραπεζάκια), στην άκρη το μεγάλο τραπέζι φορτωμένο κεράσματα.
Στους σοφάδες οι μεγάλοι, τα μικρά χάμω στα μιντέρια (μαξιλάρια). Σαν οι άντρες ήταν εκεί κάθονταν στη σάλα, οι γυναίκες σε διπλανό δωμάτιο, κουσκουσάκι, γελάκια και πλέξιμο. Οι σόμπες τίγκα στα ξύλα μπουμπούνιζαν γερά... Σπιτικά ροσόλια φτιαγμένα το καλοκαίρι, τσάι ή βραστάρια για τις γυναίκες. Τσικουδιά ή κονιάκ για τους άντρες... Καρύδια, σύκα, μύγδαλα, χαλβάς, κάστανα, φυστίκια, κουλουράκια, γλυκοσούτζουκο, λουκούμια, πιταράκια, για όλους ...
Σοφραδάκι ... |
΄Ολα κι όλα ... το καλύτερο ροσόλι το ΄καμε η αννέ μου ...και το ΄λεγα και ζήλεια στη γειτονιά... Ρόδι, ζάχαρη και κανέλλα. Και το ΄κρυβε γιατί ήξερε πως τ΄αγαπώ πολύ-πολύ ... Ούτε και το πως έδινε... Δηλαδή πόσο ρόδι, πόση ζάχαρη και πόση κανέλλα ήβανε κανένας δεν ήξερε ... Και το στερνό το ΄καμε στα Βουρλά ... Της το ζήτησα κάποτε μια φορά να το κάμει . Κι αρνήθηκε. ΄Ηταν για κείνη δέσιμο με τον τόπο μας, με τη χαρά ... Δεν το ξανάκαμε ποτέ κι άς έφυγε στα 100... Ναι, στα 100 έφυγε κοκόνα μου, στα 100... Βασανισμένη, πρόσφυγας μα στα 100! Κι εσύ εκατό να τα φτάσεις κοκόνα μου, σαν εκείνη. Ποτέ ξανά δεν το ΄καμε σου λέω! ΄Ηταν, είμαστε πρόσφυγες... Της το ζήτησα... αρνήθηκε ... "Ερείπια είμαστε εδώ ... το ρόδι με την κανέλλα μάς ελείπει ..."
Α ναι! Σαν τέλειωναν τα τραταρίσματα, τα νέα απ΄τον κόσμο, οι κουβέντες για δουλειές και σοδειές, τα θέματα της Δημογεροντίας, του καζά και της εκκλησίας... ε, τότε άρχιζε η πιο ωραία ώρα ... ΄Ερχονταν από δίπλα κι οι γυναίκες... άφηναν το παιγνίδι και μαζεύονταν τα παιδιά σιμά ... Τότε, οι άντρες με τη σειρά -πρώτοι οι γεροντότεροι- άρχιζαν τη διδαχή, την ιστορία, τις ιστορίες... Για χώρες άλλες, μακρινές, που άλλοι τις είχαν δει κι άλλοι όχι ... Διδαχή για το Χριστό, πως να φέρεσαι ... Ιστορία για το 21 και το Βυζάντιο... Για τον Καραϊσκάκη, τον Κανάρη, το Διγενή ... για τη Νιόβη, τη Μάρμω, την Αθηνά, το Δία... Τα ελληνικά μεγαλεία, τα γράμματα ... Μα και βρίσκανε την ώρα, να φεύγωμε την ώρα που δεν θέλαμε να κουνήσουμε! Κοντά μεσάνυχτα πάντα μα σαν είχαν αρχίσει τα γέλια με τα καμώματα του Ξύστρη, του Σταρένιου, του Βάρκα-Γιαλός, του Νταντά ... της Βασίλαινας... Κάποτε- κάποτε κάνας γεροντότερος ξεφυσούσε και κάνα τραγούδι ... για, μας δοκίμαζε στον εθνικό ύμνο ... πάντα στα ψιθυριστά ... Κι εγώ που τον ήξευρα ολόκληρο, έκαμα την καμπόση... Και στα περασμένα πια μεσάνυχτα, μπροστά με το φανάρι ο πατέρας, βάρδα γρήγορα στο καλντερίμι, δεξά στο σοκάκι, στο χαγιάτι καπότα και γαλότσες... ΄Ενα τρέξιμο στις σκάλες, ένα σσςςςςς η μάνα... ΄Ενα χάδι του πατέρα στο κεφάλι ... και πάνω στον οντά. Καληνύχτες, θροΐσματα ρούχων και στο γιατάκι του ο καθένας... ΄Ετσι τέλειωναν οι βεγγέρες μας ... Κουκούλωμα μέχρι το κεφάλι και όνειρα γλυκά ...
Μ΄αρέσανε κόρη μου κι οι ιστορίες με τις όμορφες τις νεράιδες και τ΄αερικά και τα ξωτικά και τα φαντάσματα... μα δεν λέγανε συχνά τέτοιες ... για να μην μας εφοβίσουνε ...
Καλά σας βράδια
Ε.-
Χουχουλόκαιρο καιρό μ΄άρεσε να χουχουλίζω με τη νενέ μου ...
΄Αλλες φορές με το κεφάλι μου στα γόνατά της, άλλες στο σκαμνάκι μπρος στα πόδια της, άλλες στο κρεββάτι της χωσμένη... Και πάνω απ΄το κρεββάτι της η φωτογραφία του παππού μου, του κύρη της ... ΄Ετσι τον γνώρισα. Απ΄αυτή τη φωτογραφία μόνο... Εκεί πάνω απ΄το κρεββάτι και μέσα στα λόγια και τις θύμησες της γιαγιάς μου να αιωρείται ... Και μέσα απ΄τα λόγια και τις θύμησες της μανούλας μου... Να τον μελετάει και να λάμπει ...
4 εποχές και βεγγέρες 4
" Κοκόνα μου, κάθε εποχή είχε τη δική της βεγγέρα. Την άνοιξη ήταν λιγότερες ...
Το καλοκαίρι ήταν έξω απ΄το σπίτι, στη δροσιά της μέσα αυλής, περπάτημα στη Σκάλα, στις τσικουδιές με όργανα και τραγούδια ...
Το φθινόπωρο 1-2 φορές την εβδομάδα... οι δουλειές πολλές κι οι ετοιμασίες για το χειμώνα πάμπολλες ...
Το χειμώνα ν΄ αρχίζουν πιο νωρίς και σα δεν έβρεχε τουλούμια...
Την άνοιξη πάλι οι ετοιμασίες πολλές. Οι τσομπαναραίοι στο φευγιό για τη στάνη ...
Οι γεωργοί στις αποθήκες καθάρισμα, στα εργαλεία για το κλάδεμα και το θέρος...
Οι έμποροι στις συμφωνίες ...
Το καλοκαίρι ήσαν αργατινές ... μακριές βλέπεις οι μέρες, πιο ζέστη, πιο φως ...
Ρόδι με κανέλλα
Σαν καμιά φορά φτιάξετε χαλβά, μαζί με τ΄αλλα, αμύγδαλα, σταφίδες, σησάμι και κανέλλα... προσθέστε, όπως έκανε η νενέ μου, κάμποσα ρουμπίνια ρόδι ...
Θα με θυμηθείτε ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου