14 Δεκεμβρίου 2012

Δυό μαλώνουν; Δυό φταίνε ... (Μονός καυγάς δε γίνεται...)

Του Δεκέμβρη 9

Ο μπογιατζής τρελλάθηκε και βάφει νύχτα-μέρα ..΄Ασπρα μάς τα κατάντησε τα δώθε και τα πέρα ...Το ίδιο κάνει σήμερα ... κι άιντε να δούμε τελικά ... πως θα κυλήσει η μέρα ...

΄Οσο για τη νύχτα ούτε που θέλω να το σκέφτομαι ...
Δεν θα ΄ναι μόνο άσπρη αλλά και παγωμένη ... κι αύριο πάω στα "ξένα"... Εντάξει δυο ώρες δρόμο έχω αλλά άλλο πράγμα το χιόνι απ' το παράθυρο κι άλλο το χιόνι στο δρόμο ...
Τι πιο μαγικό απ΄το χιόνι ... να πέφτει τόσο πράμα κι εσύ ν΄ακούς την ησυχία του... 


"Οι δρόμοι κόρη μου ήσαντε τότε δύσκολοι ... Καρόδρομοι οι περισσότεροι, χώμα ... πέτρες και λάκκοι ... Και σαν έβρεχε κι έπαιρνε το χώμα ... εμέναμε μόνο οι πέτρες και μόνο τα κάρα αντέχανε να τους διαβούνε και να τους εταξιδέψουμε... Γι΄αυτό κι ο κόσμος εταξίδευε στην ανάγκη ... στο κακό -κούφια η ώρα- και στις χαρές ... Εγώ ήμουνα τυχερή... ήμουν η πιο μεγάλη και πρόφταξα να δω κάμποσους τόπους, όχι μακρινούς, μα όμορφους σαν τα Βουρλά μας... Αχ ...μέρη, τόποι δικοί μας οι περισσότερα... με τρανές εκκλησιές ορθόδοξες ...  με σχολειά γεμάτα, εμιλούσανε τη λαλιά μας, ετρώγανε τα φαγιά μας, εγλεντούσανε όπως εμείς, είχονε τα χούγια μας...  "
 
Κι απ΄τις 9 του μήνα,  13 σήμερα ...
Μπήκαμε στο δωδεκαήμερο!!! Και πάμε για το γενέθλιο ...
Καλά πήγα, καλά ήρθα. Το χιόνι απόν. Ο πάγος όμως, πανταχού παρών!!! Κι αν δεν ήμουν με το τιμόνι στο χέρι και με τα μάτια δεκατέσσερα στο δρόμο, θα έβγαζα κάτι φωτογραφίες μούρλια και σήμερα θα σας τις έδειχνα. ΄Ετσι για να δείτε τι σημαίνει πάγος και ... ξενητειά! Καλά τη βγάζετε εσείς εκεί ... στα νότια!  Στους - 9 κατέβηκε χτες το πρωί το θερμόμετρο και στους -2 ανέβηκε το μεσημέρι κατά την επιστροφή. Πάντως δε λέω, καλά τη βολέψαμε.  Χωρίς προβλήματα γυρίσαμε ... Και σπίτι μου, σπιτάκι μου σήμερα πια και με χαρά σας ματαβρίσκω ... 

Τα Θείρα στο χάρτη ...
Tire
"Μια φορά κόρη μου, θυμούμαι πως επήγα και στα Θείρα ... Κάμποσο μακριά ήτανε μα  δεν εκουραστήκαμε να φτάξωμε... Με το τρένο πήγαμε κι ήτο η πρώτη φορά που εμπήκα μέσα... Απ΄όξω το ΄χα ειδεί μόνο, κάνα 2 φορές...  Από τη Σμύρνη το επήραμε, με τον κύρη και την θειά μου την Καλομοίρα, την αμπλά (μεγάλη αδερφή) της αννές μου επήγα και τα 5 εξαδέρφια μου... τον Κωνσταντή, την Ελέγκω, τη Νέλλη, το Στρατή και το Ματινάκι ... Μα πως κι επήγα μαζί τους δεν θυμούμαι ... Μ΄αλισβερίσια είχε να κάμει ο μπάρμπας μου, έμπορος, συχνά ταξιδολόγαγε... Για εορτές μέρες τώρα ήτανε, γιατί για να πάμε όλοι μας μαζί πα ΄να πει πως σχολειό δεν είχαμε, για καλοκαίρι... Ενθυμούμαι τον καλό τον καιρό ... Παιχνίδι το κάμαμε να περάσει η ώρα και 14 σταματήματα μετρήσαμε και μετά εφτάξαμε και εκατεβήκαμε... ΄Ενα όμορφο μέρος να ειδείς που ήτανε ... ένας τόπος αγιασμένος... Εβγήκαμε από το σταθμό και σε μια μεγάλη πλατεία εβρεθήκαμε, με γύρω-γύρω γκιουμούς (ασήμι) οι λεύκες... ο πέτρινος τσεσμές (βρύση, κρήνη)  να τρέχει κι ένας καφενές καθαρός, φροντισμένος... Εκεί εμείναμε για λίγο, εφρεσκαριστήκαμε και κινήσαμε για την αγορά...  Με το πόδι φτάσαμε στον ρωμέικο μαχαλά περπατώντας όλο το μεγάλο δρόμο με τα παλιά πλούσια πλατάνια... Σ΄αυτό το δρόμο εκάμανε οι δικοί μας τις Κυριακές τον περίπατό τους κι εχαριεντιζόσαντε...
Ρωμέικο κονάκι...
Το ρωμέικο κονάκι ...
που βάφτηκε κόκκινο...

Επεράσαμε κι απ΄τα Εισόδια της Παναγιάς, η μεγάλη εκκλησιά του τόπου ήτονε, η Μητρόπολη δηλαδή κι απ΄τα σχολειά ομπρός... Γέμιζε η πλατεία μπρος τον καφενέ Ρωμιούς στις σκόλες και στις δικές μας εορτές, τις χριστιανικές ... Ποιος ξέρει... θα ερήμαξε κι αυτή όπως ερημάξανε όλοι οι τόποι σαν εφύγαμε κυνηγημένοι ... Εμείς τότε που επήγαμε δεν ήτο εορτή μεγάλη... Δεν ενθυμούμαι όργανα και πανη(γ)ύρι... Κι απ΄το σταθμό μέχρι τα ρωμέικα σπίτι, μόνο ρωμέικα άκουες ... Εκατοικούσανε κι Εβραίοι κάμποσοι και πολλοί ήσαν οι Τούρκοι στα Θείρα, μα σ΄άλλη μεριά ... Μεγάλη πόλη... 5 εκκλησιές είχε και φαρμακεία και γιατρούς και ταβέρνες και ξενοδοχεία και χάνια... Ο μπάρμπας μου γνώριζε κόσμο πολύ εκεί και το΄ξερε το μέρος καλά ...  Μόνο Ρωμιούς δικηγόρους λέει δεν είχενε, ο τόπος εκεί γιατί οι ΄Ελληνες τα κανονίζανε όλα στη Δημογεροντία κι όχι στα δικαστήριο ΄Ενα τρένο έφτανε λέει, απ΄τη Σμύρνη το πρωί κι ένα έφευγε το βράδυ για πίσω ... Εύκολο το ταξίδι για τους εμπορευάμενους ... Δυο νύχτες εξεμείναμε μα στο χάνι εκοιμηθήκαμε... Κοκόνα μου, το ξενοδοχείο ήτο ακριβό για τόσους νοματαίους ... Σταφίδες και σύκα, καλά τα εμπορευότανε ο μπάρμπας μου μα είχε και τόσα στόματα να θρέψει ... Να δεις ... που ενθυμούμαι πως ελέγανε τις 5 μεγάλες εκκλησιές ... Μία, ήτο η Παναγία... η Πάνω Παναγιά ... της Κοίμισης, σαν την εδική μας στα Βουρλά... οι Ταξιάρχες, ο ΄Αη Χαράλαμπος, η Μητρόπολη στη Χάρη της κι αυτή και, η Αγιά Κυριακή... Μα στα ΄χω πει και ξαναπεί ... κι οι Εβραίοι κι οι ντόπιοι, στα δύσκολα στην Παναγιά μας τρέχανε κι αυτοί ... Και άντε οι Εβραίοι καλώς έχει ... Μα και οι ντόπιοι... εκεί να τους ειδείς! Μεριέμ Ανά (Μητέρα Μαρία)  και Μεριέμ Ανά ήσαντε συνέχεια ... και το λάδι της τής το εφέρνανε και τα ταξίματά της ... Και ο ΄Αη Χαράλαμπος είχε το παλιό σπιτάλι στον κήπο του όπου εμένανε οι άποροι ξένοι... όπως ο άλλος, ο συνονόματός του στη Σμύρνη ... και τη Μανησιά ... Μανισαλής ήτανε ο ΄Αγιος Χαραλάμπης, το εθυμάσαι; Στη Μανησιά εγεννήθηκε κι ασπάστηκε τα ιερατικά ... Και τη Μητρόπολη στα Θείρα τη ελέγανε Κάτω Παναγιά μα να σου ειπώ γιατί ... Την είπανε Κάτω γιατί ήτο χαμηλή... ΄Ησαντε πολλοί οι Τούρκοι στα Θείρα ... Δεν τους επολυθέλανε τους δικούς μας... Για να τους αφήσουνε το ελοιπόν να χτίσουνε της εκκλησιά τους απαιτήσανε να είναι η εκκλησιά σαν ένα μπόι μόνο ψηλή... όχι τρανή... ΄Οχι ψηλότερη από έναν άντρα, ούτε κι απ΄τα τζαμιά τους ... Κι οι δικοί μας, επειδή δεν εθέλανε να τους κεντρίζουνε, κοντούλα την εχτίσανε... και Κάτω την λέγανε... Μισή κάτω απ΄τη γη και μισή από κάτω την εχτίσανε ... Κι είχε τοίχο ψηλό ολόγυρα που την επροστάτευε και την έφερνε όλη βόλτα δυο φορές... Κι είχε αυλόγυρο μεγάλο με πορτοκαλιές κι ελιές γεμάτο ... Και πήγαμε όλοι μαζί στη λειτουργιά της Κυριακής... Α να ΄σου ... Γι΄αυτό ξομείναμε δυο βραδυές εκεί... η μία ήτο Κυριακή που δε δουλεύει ο κόσμος ... και τη δεύτερη εκανόνιστηκαν τ΄αλισβερίσια του μπάρμπα μου ... Την τρίτη μέρα επήραμε το δρόμο προς τα πίσω... ΄Αιντε ... να να σου πω και για την Αγιά Κυριακή... και μετά να πας για ύπνο...  Στην άκρη της πόλης είχανε χτίσει το εκκλησάκι της... στη γαλήνη μέσα κα στη δροσιά, δίπλα στο ποτάμι ... στο πλάι της χαράδρας...  Επήγαμε και προσκυνήσαμε τη χάρη της ...  
Κι είχενε πάντα κόσμο ο περίβολός της ... η συντροφιά δεν τής ήλειπε γιατί έρρεε αγίασμα απ΄την Ωραία της Πύλη ... Κι ήλεγε ο κόσμος πως ήτο θαυματουργό το αγίασμα ... κι ήτρεχε κι ήπινε κι εγέμιζε τσότρες και κανάτια και το εγύριζε μαζί του για φυλαχτό κι ώρα ανάγκης ... Το κουβαλούσε σπίτι του ... μα το εμοίραζε κιόλας στους ανήμπορους να πάνε ... Επήρα κι εγώ μαζί μου κάμποσο και το εγύρισα στην αννέ μου... Σαν της το έδωκα, εκείνη σταυροκοπήθηκε και ήπιε... Μετά έδωκε στον κύρη της και μετά σε όλους μας και ήπιαμε ... κι εράντισε όλο το σπίτι μας και τα αμπέλια μας και τα ζωντανά μας ... ΄Εδωσε και στις φιληνάδες της και στις γειτόνισσες ... και το λίγο που απέμεινε τ΄απόθεσε μπρος το εικονοστάσι, πλάι στα στέφανά της ... Δεν έσωσε το σπίτι μας το αγίασμα... μπορεί όμως πρόσφυγες να σωθήκαμε χάρη σ΄αυτό ... ΄Ακουε τώρα ... Οι Τούρκοι κάποτε θελήσανε να χτίσουνε τζαμί πάνω στο εκκλησάκι γιατί τους ενοχλούσε τα μάτια ... δε θέλαν να το βλέπουν να στέκει εκεί στο ψήλωμα ολόασπρο, μονάχο... 
Τους προκαλούσε τα θρησκευτικά τους αισθήματα έλεγε ο μπάρμπας μου ... Και δώστου πάνε μια και δυο να χτίσουν πάνω του μιναρέ... Μα μιναρές δε στέριωσε ποτές επάνω του όσες φορές κι αν το προσπαθήσανε ... Αυτοί τον εχτίζανε, αυτός τη νύχτα ... εγκρεμιζόταν και κανείς δεν κάτεχε το πως ... Το παραφυλάξανε κάμποσες νύχτες μα εξήγηση για το γκρέμισμα δεν βρήκανε... Μέχρι που εφοβηθήκανε και τα επαρατήσανε ... Μόνο βάλανε Τούρκο φύλακα να το φυλάει κάθε νύχτα ... Μα ο φύλακας αυτός συχνά-πυκνά άναφτε το καντήλι της Αγίας που την είχε πάντοτε γεμάτη λάδι... γιατί όπως έλεγε, σαν άφηνε την καντήλα άδεια ... μια ξανθή κυρά τον εμάλωνε  και του εβασάνιζε όλη τη νύχτα τ΄ όνειρο ... Ο ίδιος έλεγε πως ο γιος του ήταν αρρωστάρης του θανάτου και τού τον έσωσε η Αγία που του είπε να δώσει στο παιδί να πιει απ΄ το αγίασμά της ... ΄Ασε που ο κόσμος, ελέγανε πως συχνά μια ξανθή κυρά εχτενιζότανε εκεί ένα γύρω ανάμεσα στ΄αγριολούλουδα στα γύρω περιβόλια ... Και της ετάσανε κι εδένανε φιτιλάκια απ΄ τα ρούχα των αρρώστων στα κάγκελα του παραθυριού της και την επαρακαλούσανε για γιατρειά και ίαση ... "
Τα Θείρα ... σήμερα ... Tire
"Καλή σου νύχτα κόρη μου ..."
"Καλή σου νύχτα νενέ ..."


Καλά σας βράδια
Ε.-




Στα Θείρα ... σήμερα ...
ένας τσαγκάρης... σαν απ' το χθες ...














 

Δεν υπάρχουν σχόλια: