Κωνσταντινούπολη | |||
| Σαν άγγελου φτερά - φαγωμένα απ΄το χρόνο |
Θα ΄θελα να ΄χω περισσότερα κέφια αλλά τίποτα δεν μ΄αφήνει... Μια η βροχή, μια η μέρα, μια η καλή μου η φιλενάδα που βασανίζεται ανήμπορη ανάμεσα στο χθες και στο σήμερα... Γμω το μου ... αυτό το τίποτα δεν είναι τίποτα! Είναι όλα αυτά μαζί! Κι είναι πολλά! Ειδικά αυτό, το τρίτο...
Το ξέρω πως δεν μπορώ να τα βάλω με τη βροχή, το ξέρω πως δεν μπορώ να τα βάλω με τη μέρα... αλλά και με τη φιλενάδα μου, πείτε μου... πώς να τα βάλω;
Πρόκειται για μια αγαπημένη φιλενάδα, που βρίσκεται χαμένη και να παλεύει με το κεφάλι της και το μυαλό της, που δεν ξέρω αν νιώθει και τι, που δεν ξέρει αν φεύγει ή έρχεται, που δεν μπορεί και δεν μπορώ να βοηθήσω και να τη βοηθήσω...
Μέρες τώρα θέλω ν΄ανοίξω τα πατζούρια να ΄μπει φως μόνο που η στενοχώρια δεν μ΄αφήνει...
Θα θυμάστε... ΄Οχι, πολύ, κάτι λίγες μέρες κάνει που κατέβασα τα ρολλά αφήνοντας μόνο ένα χαρτί κολλημένο στο τζάμι ... ένα σύνδεσμο, ένα γρίφο, μια Πόλη και μια... κανέλλα! Λογάριαζα όμως, πάνω στη βδομάδα, γυρίζοντας να σας ματαβρώ και να σας πάω μια βόλτα σ΄αυτή την Πόλη και στα μυστικά της, σ΄αυτήν την Πρωτεύουσα, τη Βασιλεύουσα! Τη μόνη αυτή που πατεί σε δυο ηπείρους! Μόνο που λογάριαζα χωρίς τη στεναχώρια... Κι όχι τίποτ΄άλλο αλλά αυτή την Πόλη την είχα πρωτοδεί μαζί της ...
Τελικά λίγο με τη σκέψη ότι ανοίγοντας τα ρολά μπορεί να ξεχαστώ, λίγο με το άιντε να μην τη βαραίνω και να ξεφύγω, το πήρα απόφαση κι είνα να γυρίσω λίγο-λιγάκι το χρόνο πίσω! Να εκεί ακριβώς παραπίσω απ΄τη στενοχώρια... ΄Ετσι τελικά σήμερα λέω να σας πάω βόλτα εκεί που πήγα. Μπορεί, εδώ, ανάμεσα στα λόγια και στις αράδες, να μου φύγει η στενοχώρια, μια ζάλη, ένα παράπονο κι η παραζάλη... 
Ο ήλιος ζαλίζει κι επιτέλους μια ζέστη που ζεσταίνει, να, να με ζεσταίνει!
Ο κ. τακσιτζή(ς) (εκ του taksi-ci) κατόπιν ερωτήσεώς μου, μου επιτρέπει να καπνίσω εντός του αραμπά του ενώ εντός ολίγου αντιλαμβάνομαι πως δεν το κάνει γιατί είμαι μια κούκλα αλλά γιατί καπνίζει κι ο ίδιος εντός... παρά το απαγορευτικό μεγαλειώδες σήμα που στολίζει τα ενδότερα έσωθεν του αραμπά. Θα έλεγα μάλιστα πως καπνίζει... σαν Τούρκος!Κι εξαίρετος οδηγός! Πετάειιιιιιιιιιιιιιιι... σας λέω!
Πήγα, μπήκα στον περίβολο, έσπρωξα την πόρτα. Στα δεξιά μου το παγκάρι. Κι αυτή τη φορά όπως το συνηθίζω χρόνια τώρα, πήρα 3 μικρά κεριά. ΄Εριψα τον οβολόν μου εν τω κιβωτίω, πήρα 3, μελέτησα 3 κι άναψα 3. Κι ήταν το ένα, υπέρ υγείας για τους αγαπημένους ζώντας, ένα υπέρ αναπαύσεως για τους αγαπημένους αναχωρήσαντες κι ένα για τους ζώντες κι αναχωρήσαντες αλλά μη έχοντες, κάποιον να τους ανάψει ένα κερί.
Βρίσκομαι στον προθάλαμο και στον προθάλαμο θα μείνω αφού πλάι στο παγκάρι, μια βαρειά πόρτα σιδερένια και ξύλινη, κλειδαμπαρωμένη, μ΄εμποδίζει, ανάθεμα, να μπω, να προχωρήσω, να δω, να μυρίσω. Εγκαταλείπω αλλά δεν φεύγω. Χαζεύω ένα γύρω μέσα σε μια απόλυτη ησυχία μια αναθηματική πλάκα, κάποιες μισοφαγωμένες εικόνες, μια ασημένια του Χριστού να γράφει 1 Μαρτίου 1905, τα γεμάτα λεπτοδουλεμένα όμορφα ψηφιδωτά τόξα των τρούλων με σκηνές απ΄τη ζωή της Παναγιάς και μικραντίγραφα των ψηφιδωτών της Αχωρήτου Παναγιάς της Μονής της Χώρας...
Τα παράθυμά της σιδηρόφραχτα...
Η Παναγιά δεν φαίνεται απ΄το δρόμο. Δεν φαίνεται από πουθενά. Δυο βήματα μακριά είναι απ΄τον πιο πολυσύχναστο δρόμο της Πόλης, την περιβόητη Ιστικλάλ Τζαντεσί, όμως ο θόρυβος του πολύχρωμου πλήθους σκάει πάνω στον τοίχο του περίβολου και σβήνει.
Βγαίνω στο θόρυβο αναζητώντας μνήμες, πατήματα, καφέ και νερό. Δεν θα ΄λεγα όχι και για ένα ελαφρύ σοροπιαστό.
Κατ΄άλλους λοιπόν, το σημείο που ο περίπατός μας ξεκίνησε, είναι το Μπέηογλου, ονομασία προερχόμενη εκ του "μπέη" + "ογλού" (= οδός του βασιλόπαιδος) εξαιτίας του βασιλόπαιδος Αλεξίου, υιού του τελευταίου αυτοκράτορα της Τραπεζούντας που έζησε εκεί αιχμάλωτος. Ενώ κατ΄άλλους, η ονομασία προέρχεται εκ του "Μπέη" + "γιολού" (= οδός πριγκίπων) μιας και στην όμορφη αυτή μεριά ζούσαν διάφοροι επίσημοι ξένοι, πρέσβεις, γενικά πλούσιοι, στρατιωτικοί και πρόξενοι, που οι Τούρκοι τούς αποκαλούσαν και αποκαλούν μαζικά και όλους αντάμα "Μπεη-λέρ" (= Πρίγκιπ-ες). Κατ΄εμέ, εμάς και τα εμάς ... το αρχικό όνομα της όμορφης γειτονιάς ήταν Συκεαί. Και μιας και αι Συκεαί ευρίσκονταν Πέραν από την Αγιά Σοφιά και στην Πέρα Πάνω γειτονιά, "Πέραν εν Συκεαίς" την είχαν βαφτίσει οι δικοί μας... απ΄όπου ζει κι απέμεινε κι επέζησε ως σήμερα το Πέραν... Σε απόσταση βολής απ΄το σοκάκι μας είναι κι ο Γαλατάς με τον πύργο του. Αν κι εδώ που τα λέμε, σε απόσταση βολής είναι από παντού ο Πύργος έτσι όπως τον εβλέπεις και τον εξεχωρίζεις σχεδόν εκ πανταχόθεν της Πόλης. Επί παραδείγματι, βρίσκεσαι στο Eyup Sultan Kimdir δηλαδή μια σπιθαμή απ΄το τέρμα του Κεράτιου και τον βλέπεις με τα μάτια σου καμαρωτό καρσί κι απέναντί σου! Κι όμως είναι μακριά το Eyup...
Καλά σας βράδια
Ε.-
29 του Μάη, αποφράς σήμερα...
Σαν σήμερα ήταν...
Δεν χρειάζεται να σας πω πως σαν σήμερα, τότε το 1453, επί αυτοκράτορος...
Κι όπως έλεγε κι η νενέ μου ...
"Αν δεν έχεις ότι αγαπάς, αγάπα ότι έχεις ... "
Δεν τις έχω αλλά και δεν έπαψα να τις αγαπώ, Πόλη και Σμύρνη...
Μα και καν δεν το φαντάζομαι πως μπορεί κάποτε αυτή η αγάπη να πάψει...
αλλά έχω μιαν Ελλάδα... που τη λατρεύω!
.jpg)



















