1 Μαΐου 2013

Κάλλιο γεννήσου τυχερός παρά μες τους παράδες...

Πέρασαν οι μέρες και δεν τις κατάλαβα. Μια το ένα, μια το άλλο, φτάσαμε αισίως και στη Μεγάλη Βδομάδα! Ας είναι ...

Και καλά που χθες, πάνω στον καφέ και στην κουβέντα, μια από τις φιληνάδες έφερε το θέμα στις μπογιές.


 "-΄Εχετε καμιά μπογιά περίσσεμα να μου δώσετε; Θα ΄χει λέτε ο ΄Ελληνας; " 


Εμ ναι! Εδώ στα μακρινά που κατοικοεδρεύουμε -εύκολο δεν είναι- χάνονται λίγο οι μέρες, λίγο οι γιορτές, λίγο οι μπογιές. Κι έτσι και δεν τύχει να πιάσεις κουβέντα για τα "τακτά δρώμενα" ξεχνάς ακόμη και τις γιορτές και του χρόνου τα πιο σοβαρά, αντέτια και παραδοσιακά και τα κάθε χρόνο επίσημα επαναλαμβανόμενα! 

Τι κι αν δεν βρούμε όμως βαφές! Εμείς και θα βάψουμε και θα στολίσουμε. Θα βάψουμε, όπως τότε παλιά γιατί δόξα σοι ο Θεός... κρεμμύδια και κρεμμυδόφυλλα βρίσκονται παντού! Και φύλλα και φυλλαράκια το ίδιο.

 "Τι σου είναι μωρ΄κόρη μου το μυαλό του ανθρώπου ... 
Κάμε μου ένα καϊφέ με τα χεράκια σου κοκόνα μου ... λίγο μεγάλος να ΄ναι... και γερά σεκερλής... να τον εφχαριστηθώ...


΄Ιδε... Η Τεσσαρακοστή επέρασε, το μεγαλοβδόμαδο ήφταξε... Σε καλό μας... Το ταχίνι ματασκέφτηκα εδάς και γέμισε ο στόμας μου σάλια... και θύμησες  ο καφάς μου... ΄Ολο το χρόνο στην κουζίνα ετριγύριζε και στο τραπέζι σε πρώτη παράταξη εβρισκότανε το ταχίνι αλλά την Τεσσαρακοστή είχενε τη μεγάλη τιμητική του... Το πρωί στον καϊφέ και στο κουλούρι, το μεσημέρι στη σαλάτα ... για στην πίτα και τους κεφτέδες, το απόγιομα στη φέτα το ψωμί... το βράδυ στον τσορμπά... Με όλα κάμει ταίρι το άτιμο... ακόμα και με τον καϊφέ... "


"Βάλε του 2 γερές κουταλιές ταχίνι, πιάνε κι ένα κομμάτι  παλιό ψωμί... ότι πρέπει για την ώρα... Αρέσει σου ε; Αλλιώτικος που γίνεται ... γλύκισμα, καντιφές που κολλάει στο στόμα... ΄Οποιος το εσκέφτηκε και το πρωτόκαμε το ταχίνι ήτονε μεγάλος μάστορας... ευεργέτης... ΄Ολοι μας τ΄ αγαπούσαμε και το ετρώγαμε... ακόμη κι ο Μήτσος που ήτονε παράξενος στο φαΐ του χωρίς να το λέει φωναχτά... Κατέχε όμως η μάνα πως ήτονε κακόφαγος... 



Τού έδωνε μια φέτα ψωμί με ταχίνι μια με ζάχαρη μια με μέλι κι ησύχαζε για ώρες...  Τού το έδωνε με λεμόνι κι αλάτι και τον ήχανες απ΄τα μάτια σου... Δεν εγλώσσιζε τα ροβύθια παρά μόνο σαν τα ήκαμες πολτό με ταχίνι... Μωρέ κάθε μέρα να του ΄δωνες τα ίδια, δεν έλεγε όχι ... 

Μόνο σαν τα εχάσαμε ούλα, ήτρωγε και τα ροβύθια σκέτα, νερόβραστα... καλή κι άγια η Τεσσαρακοστή κόρη μου... βαλμένη σωστά μες στο χρόνο... ώρα να καταλύεις όλα τα φυλαμένα όσπρια γιατί έρχονται τα καινούργια... σώνει, δεν τα κρατείς άλλο... έρχεται η καινούργια σοδειά... αν εμείνουνε για τον άλλο χρόνο γίνονται κακόβραστα... θέλουνε πολύ βράσιμο, χάνουνε τη νοστιμιά τους... κι ασύφορα... θέλεις πολύ ξύλο και πολύ κάρβουνο, πολλή ώρα... εξεμπερδεύεις τα την Τεσσαρακοστή... άμα το ίδιο κάμεις και με το μπουλγούρ, τ΄αλεύρι, το τραχανό και τις μακαρούνες... μαζί με τις εγκινάρες και τα χόρτα κάμεις τα καλύτερα φαΐτά... κι ας ελείπει το κρέας, τα βούτυρα και το ψάρι... Η αννέ μου πάντως ήκουε τη μάνα της και εξόν από το μεγαλοβδόμαδο, όλο τον άλλο καιρό της νηστείας μάς ήδινε και γάλα και γιαούρτι κι αϊράν... Εμένα πιο πολύ ηρέσανέ μου τα γλυκά τα καμωμένα με ταχίνι... τα σιμίτια ήτονε τ΄αγαπημένα μου... 

Σα σαλίγκαροι ήτονε, από μια ζύμη απαλή... μιας παλάμης μεγάλοι, απαλειμμένοι με μέλι και λίγο ταχίνι... πασπαλισμένοι με κανέλλα και μπόλιμο σησάμι, 2 ειδώ ανάκατο... πολύ άσπρο, λίγο μαύρο... σ΄ ετραβούσανε απ΄τη μύτη τα γενί μπαχάρ που μοσκοβολούσανε σαν εψηνόσαντε και ζεστά σ΄ελιγώνανε κι ετρέχανε τα σάλια σου... ήτρωγα 3-4-5 μονομιάς... Εφώναζε η αννέ μου ... "άσε και κανένα ευλογημένη..." ... "Εφημίζετο ο τόπος μας  για τα σιμίτια του ... και πιότερο γι΄αυτά της τεχίνας... "

 "Στη Μανισιά ήβγαινε πάντως το καλύτερο σησάμι ... με τα καντάρια... μεγάλο αγαθό... εκάμανέ το  τεχίν πολτό... εστέλναν το κι το ήτρωγε όλος ο κόσμος κι ο ντουνιάς ... ή του αποστάζανε το λάδι...   και τ΄ αποστέλνανε καλλωπιστικό στη Φραγκιά... εκεί  το εβάνανε μέσα στα φτιασίδια  των γυναικώνε... Αυτές το εχρυσοπληρώνανε... Τ¨ αλείβανε στα μούτρα τους για μποτέ... άμα κάποτες το εμάθαμε κι εμείς εξεκινήσαμε κι εκάμαμε τα ίδια... Σησαμόλαδο, μελισσόχορτο, αρισμαρί, κυπαρίσσι, μυγδαλόσκονη καλά λιωτή... τ΄ αλείβαμε τη νύχτα στα μούτρα... μόνο τη νύχτα... άμα το ήβανες μέρα εγυάλιζες σα το σαγάνι .... το ΄χαμε μεταξύ μας μυστικό... "νυχτικό" ελέγαμε και καταλαβαινόμαστε... γιατρικό για φρέσκια μούρη... πιότερο γι΄αυτές που κοιμόσαντε δίχως άντρα... και δίχως αγκαλιά να τις ζεσταίνει ... ΄Οσες δεν είχαν άντρα τα βράδια... είχαν το "νυχτικό"... Μια μας, η Μαρίτσα της Καλομοίρας θαρρώ πως ήτονε...  πρώτη το εσκέφτηκε κι ήβαλε μέσα και κάμποσες στάλες ροδόνερο... ουυυυ να ιδείς τη χάρη του ... εμουρλαθήκαμε όλες... Μετά εμάθαμε πως δεν ήτονε δική της αξυπνάδα... κάποιος τής το είχε σφυρίξει... και μας έκαμε την καμπόση... Ο Θεός ας την αναπαύει...   "



"-Σαν την κρέμα πικραμύγδαλου ήταν το νυχτικό, ε, νενέ; Νυχτικό με στέλνει η μαμά μου και της αγοράζω απ΄τον μπακάλη τον κυρ-Χαρίλαο, εδώ πιο πάνω. Μου λέει και πάω και μου γεμίζει όλο εκείνο το βαζάκι με 10 δραχμές. Μια κρέμα γυαλιστερή είναι, έχει φούσκες και μυρίζει αμύγδαλο ."

"-Τι να σου πω κόρη μου... Τώρα υπάρχουνε πολλά ... εγεμίσανε τα μαγαζιά βάζα και βαζάκια μποτέ... άμα το βάνει στα μούτρα της τη νύχτα ένα νυχτικό θα ΄ναι κι αυτό... απ΄το μπακάλη γι΄αυτές που δεν τα έχουνε πολλά-πολλά... όπως τότες εμείς... λίγα είχαμε, μόνες το παρασκευάζαμε... αυτό είχαμε... Στη Σμύρνης όμως τα μαγαζιά είχενε διάφορα... έφευγε το σησαμόλαδο λάδι στον τενεκέ, εγύριζε στο βάζο... Είχανε και πούντρες και σαπούνια μυρωδάτα που τα εζήλευα... και πάρφουμα... κι ένα σωρό άλλα ... ότι γύρευε η ψυχούλα σου, το ΄βρισκες στα εμπορικά της ... Για τους άντρηδες δεν είχενε και πολλά-πολλά... ξουράφια,  κολόνιες, σαπούνια... λίγα πράματα...  "

"Δεν εγύρισε ακόμα η αννέ σου κοκόνα μου; ΄Ολες οι αχαΐρευτες εδώθε μαζευτήκανε; Μοναχές τους δεν μπορούνε να ζυμώσουνε; Αμ΄ δεν μπορείς άμ΄τσουρέκια θέλεις... Μην τα κάμεις κυρά μου ... δεν κατέχεις, δεν κάμεις... μα το Θεό ... δεν έχουν διόλου τσίπα... πως καταδέχονται και τη φωνάζουνε να τους τα κάμει ... Η γυναίκα έχει τα δικά της... νοικοκυριό, σπίτι, άντρα, παιδιά... άστε τη στην ησυχία της... Αμέ κι εκείνη... τα θέλει ο απαυτός της... αλλά τι να της επείς... τής αρέσει... δεν βαριέται, δεν κουράζεται... κάθε χρόνο τα ίδια... ΄Αιντες κι έγινα κακιά... άιντες κοκόνα μου ... πάμε να βάλουμε το τζέτζερη... ένα μπουρανί πιλάφ έχω στο μυαλό μου... ότι πρέπει είναι μέρα που είναι σήμερα..."

Καλά σας βράδια
και καλό καλό σας μήνας

Ε.-


Ταχινοκούλουρα ή ταχινοκουλούρα


Υπολογίστε πως το όλον θέμα θέλει καμιά 80αριά λεπτά
και κάνα μισάωρο τα προκαταρκτικά και η πράξη. Αυτό βέβαια, εξαρτάται από σας κι από τη σχέση σας την οργάνωσή σας στην κουζίνα.
Βάλτε και καμιά 50αριά λεπτά το ψήσιμο, πράγμα βέβαια, που εξαρτάται από το φούρνο σας. Γνωστό πως ο αέρας ψήνει πολύ γρηγορότερα. Βέβαια το ψήσιμο λογικά προπορεύεται των προκαταρκτικών αλλά... αν το όλον θέμα θέλει όπως είπαμε, 80 λεπτά... καμία σχέση δεν έχει το όλον με το άλλον ... 



Πάμε...
Για για 1 μεγάααλη κουλούρα ή 4 μεγάλα πεντανόστιμα ταχινοκούλουρα ή ... 6-8 μικρά (για τις πιο προκομένες) 

Χρειαζούμενα

5 γραμ. μαγιά 

6-8 γραμ. (1 κουτ. γλ.) ζάχαρη
150 γραμ.  γάλα με τα όλα του, δηλ. πλήρες
1/4 κουτ. γλ. αλάτι
2 κουτ. σούπας σησαμέλαιο - εξίσου καλό  το ελαιόλαδο, αν το προτιμάτε
2 φλιτζ.τσ. περίπου αλεύρι ... έξω 2 κουτ. σούπας που θα το χρησιμοποιήσετε για το άνοιγμα του φύλλου,  το πλάσιμο και το στρίψιμο

 1 φλιτζάνι ταχίνι, το πιο πηχτό που θα βρείτε
1/2 φλιτζάνι ζάχαρη

Επί τω έργω:


Ζεσταίνετε ελαφρά το γάλα. Βάλτε το στο σκεύος που θα χρησιμοποιήσετε σε λίγο για τη ζύμη σας.  το σκεύος που , προσθέτετε τη μαγιά και 1 κουτ. γλ. ζάχαρη και τα ανακατεύετε μέχρι το μείγμα να γίνει όσον το δυνατόν πιο ομοιόμορφο. Σκεπάστε το μείγμα με μια πετσέτα και αφήστε το 5-6 λεπτά μέχρι να δείτε φουσκάλες στην επιφάνεια του. Ε, όταν τις δείτε είναι έτοιμο προς χρήση.

Κάντε τη ζύμη:  Προσθέστε το λάδι στο ανωτέρω μείγμα, το αλάτι και σταδιακά προσθέστε το αλεύρι εκτός από κάνα 2 κουτ. σούπας που θα το χρησιμοποιήσετε για να τρίψετε τα χέρια σας για να τα καθαρίσετε και να μην κολλάνε. Ζυμώστε τη ζύμη κι όταν γίνει λεία και απαλή και δεν κολλάει στα τοιχώματα του σκεύους είναι έτοιμη. Αφήστε τη 5 λεπτά να ξεκουραστεί. Ζυμώστε τη ακόμα λίγο και ξαναφήστε τη σχεδόν μέχρι να διπλασιαστεί σε όγκο. Ρίξτε λίγο αλεύρι στην επιφάνεια του πάγκου κι ανοίξτε τη ζύμη σε δύο λεπτά φύλλα. Απλώστε ένα γερό στρώμα ταχίνι σε κάθε φύλλο και πασαλίστε το με ζάχαρη. Αντί ζάχαρη μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ταχίνι με μέλι του εμπορίου ή δικής σας ανάμειξης. Δεν ξεχνάμε τις άκρες. Αν σας αρέσει προσθέστε και ψιλοκομμένα καρύδια ή φουντούκια ή αμύγδαλα. 


Κάντε το φύλλο ρολό και στρίψτε το -όπως στρίβουμε με τα δάχτυλα ένα νήμα - ενώ συγχρόνως, το γυρίζετε ώστε να σχηματίσει σαλιγκάρι. Αφήστε το λίγο ήσυχο να φουσκώσει, αλείψτε το με αραιωμένο ταχίνι ή και αραιωμένο μέλι και πασπαλίστε με μπόλικο σουσάμι. Ψήστε στους 180 βαθμούς καμιά 45αριά λεπτά ή ... με το μάτι για τις έμπειρες.





Φάτε το το συντομότερο ή τουλάχιστον την ίδια μέρα.
Τώρα αν προτιμάτε τα αλμυρά, αντί ζάχαρη βάλτε φέτα και μυρωδικά της προτίμησή σας και συνεχίστε ως ανωτέρω. Η αλμυρή παραλλαγή, δεν είναι και πολύ σαρακοστιανή αλλά πιστεύω πως ούτε κι εσείς είστε τόσο της Σαρακοστής. Ο χρόνος άλλωστε έχει 365 μέρες, ενώ η Σαρακοστή 40. Φυσικά αλείβετε το φύλλο με ταχίνι και μετά βάζετε τη φέτα και τα μυρωδικά και μετά συνεχίζετε ως ανωτέρω... και φυσικά αλείβετε και πασπαλίζετε κι απ΄έξω με σουσάμι. Και φυσικά ψήνετε και τρώτε.
Καλοφάγωτο 



Δεν υπάρχουν σχόλια: