18 Σεπτεμβρίου 2012

Αν δεν κλάψει το μωρό, δεν το βυζαίνει η μάνα ...



Χωρίς η μνήμη να μπορεί να τις σβήσει, χωρίς ο χρόνος να μπορεί να πάρει το πάνω χέρι και να κάνει κουμάντο στις θύμησες, οι δυο πιο δύσκολες μέρες και δυο ακόμα, πέρασαν ...
Η φωτιά δεν έχει σβήσει, η καταστροφή είναι αλήθεια, ο ξεριζωμός ακόμα πονάει, τα δάκρυα δεν κυλάνε μόνον θαμπώνουν το μάτι, η καρδιά δεν μισεί .. Οι ψυχές όμως στέκουν ακόμα εκεί παραπονεμένες, πνιγμένες σε χίλια πως και γιατί ...
Στέκουν και παρακολουθούν την καινούργια ζωή που κυλάει εκεί κάτω, εκεί πέρα στον πολυαγαπημένο τόπο τους ... Στέκουν πάνω απ΄τη Σμύρνη, πάνω απ΄τα Βουρλά, τα Αλάτσατα, το Αϊβαλί, τον Τσεσμέ, πάνω από ολόκληρη την Ιωνία ...
Κι είχε η Ιωνία χίλια χωριουδάκια, χίλιες πόλεις, χίλιες μεριές δικές τους, ελληνικές ... Μεριές ζωγραφιστές, περήφανες, ξακουστές, ζωντανές, χιλιοτραγουδισμένες...
"Μα τα ξέρεις δα κόρη μου τα μεζεδάκια μας. Ο πατέρας σου πρώτος και καλύτερος είναι σ΄αυτά ... Τα χέρια σου ΄ρχεται να του φιλήσεις σα δοκιμάσεις τα μεζεκλίκια του! Κι όλοι σα τα δοκιμάσουνε όλο και θένε κι άλλο! ΄Ολα τα ξέρει κι όλα τα φτιάχνει! Και του λόγου σου όλα τα τιμάς! Καλύτερα κι απ΄αυτά που φτιάναμε στα Βουρλά είναι του κύρη σου. Μερακλής μεγάλος και ουστατζής (τεχνίτης) άφταστος. ΄Ολα όσα κάμαμε στα Βουρλά τα ξέρει.  Στα Βουρλά όλα τα σωστά σπιτικά, σπιτικά τα είχαμε... Για όλο το χρόνο φτιάναμε και για όλες τις περιστάσεις. Παξιμάδια, κουλούρια, ρετσέλια, παστά, καπνιστά, τουρσού, δεν έλειπαν από κανένα σπίτι.  ΄Αλλα τα καθημερνά, άλλα τα σκολινά. ΄Αλλα του γάμου, άλλα της παρηγοριάς. ΄Οταν υπήρχε θανατικό σε σπίτι, ξέρεις πως 40 μέρες δεν μαγείρευε η νοικοκυρά; Συγγένισσες, γειτόνισσες και φιληνάδες φρόντιζαν να μην λείπει το φαγητό απ΄το στεναχωρεμένο σπιτικό.  Είχαν όμως να φροντίσουν και τη δική τους φαμίλια. Παξιμάδια, τραχανάδες, τουρσού, παστά, καπνιστά σ΄έβγαζαν απ΄το πολύ τσουκάλι και πηγαινοέρχονταν από σπίτι σε σπίτι χωρίς μεγάλο κόπο. Μα και στις χαρές και στις γιορτές το ίδιο... Και παραβγαίνανε οι νοικοκυρές στις ιδέες, στις νοστιμιές, στο στόλισμα... Κι όλα αυτά τα χάσαμε και τα ξεχάσαμε απ΄το ξεσπίτωμα και στη φτώχεια που πέσαμε. ΄Ηρθαμε κι άλλα βρήκαμε εδώ κι αυτά ελάχιστα! Ιδέα δεν είχαν στις Αθήνες, μηδέ από ρετσέλια, μηδέ από μεζεκλίκια, μηδέ από μουσικές... Θυμόσουν το πιλάφ(ι) τρέχανε τα σάλια σου ως τις σιαγώνες σου και βολευόσουν μ΄ένα άσπρο ρύζι. Πήρε καιρό να μάθουν οι κυρές εδώ να κουζινεύουν σαν κι εμάς... Εμάς, στις κουζίνες μας τρέχανε τα βότανα, τα μπαχάρια, τα γυαλιστά τα κιούπια, τα γυάλινα με τα τουρσού και τις ελιές... Ούτε τα μάραθα καλά-καλά δεν ξέρανε! Μήπως ξέρανε τον παστουρμά ή το σουτζούκι για τους τσίρους και τη λακέρδα; Αχ... βάναμε σουτζούκι και λουκάνικα στο μαγκάλι και ζωντάνευε η γειτονιά... σκύλοι, κάτες και γειτόνοι! Υπήρχανε σπιτικά που μετρούσες 50, 60 μεζεδάκια στο τραπέζι. ΄Ολα με ντόπια φρέσκα υλικά, αγνά και με περίσσια όρεξη φτιαγμένα... με τα βουτύρατά τους, τα πεπίνια τους (κουκουνάρι)... Και σε μικρά-μικρά πιατελάκια τα σερβιρίζαμε, με βασιλικούς και δυόσμους, πικάντικα, ορεξάτα... Κι όταν βεγγερίζαμε ... μα χειμώνα ή καλοκαίρι, μια ομορφιά, μια γαλήνη, μια ζέστη ... στα σοφραδάκια έξω απ΄την πόρτα με τον καλό καιρό, στα σοφραδάκια, μέσα με σαν έκαμε το κρύο ...
  ΄Ηταν όμως κι ευχαρίστηση μεγάλη, εσπέρα Κυριακής να τα τρως στους μεϊχανέδες (ταβέρνες) της Σκάλας... ΄Αριστο το σπιτικό, καλό όμως και το έτοιμο έλεγε  η αννέ μου ... και γελούσε...  Μα κι όλα τα σπιτικά δεν ήταν άριστα... Θυμούμαι πως έλεγε του "πασά", έτσι έλεγε τον πατέρα σου που τον υπεραγαπούσε, πως ήταν τα καλύτερα. Καλύτερα κι απ΄της Σκάλας ... Και πως είχε φάει κι είχε φάει γυναικεία σπιτικά, που δεν άξιζαν ούτε να τα γλωσσίσεις ... Και σαν του πατέρα σου κανένα!

«αχ που ναι κεινος ο καιρός τα χρόνια τα ωραία με
λίγα γρόσια γλένταγα μ’ όλη μου την παρέα…»
Καλά σας βράδια
Ε.-
Στην σκέψη των μεζεδακίων μελαγχόλησα ...
Στη θύμηση του πατερούλη μου θλίφτηκα ...
Η όρεξη που είχε αρχίσει ν΄ανοίγει μ΄όλα τα καλούδια που θύμηθηκα, κόπηκε ...
Κι η απαρίθμηση αναβάλλεται ...
Γιατί αν αρχίσω να σας απαριθμώ τα καλούδια και τα μεζεδάκια που έφτιαχνε ο πατερούλης μου, το βλέπω να ... 



Δεν υπάρχουν σχόλια: