1 Οκτωβρίου 2011

΄Αβρακος βρακί δεν είχε, το ΄βαλε και χέστηκε ...


΄Ενας ακόμα μήνας ...

Εδώ ή εκεί;

Οχτώβρης ή Οκτώβρης, απ΄ το ρωμαϊκό octo, ελληνιστί οκτώ,  κατά τα ρωμαϊκά, μην τα ξαναλέμε, όγδοος στη σειρά, νυν δέκατος ... φθινοπωρινός, κοκκινοπορτοκαλής, χρυσός και με τα όλα του ... και με ήλιο, και με βροχή και με θερμοκρασίες που ανεβοκατεβαίνουν ... Και μ΄ένα κάρο ονόματα κι αυτός, βαφτισμένος απ΄το λαό μια Αη Δημήτρης, μια Σπαρτός, μια Χρυσανθεμίτης (Σμύρνη), μια Αρχιβροχάρης ... ΄Οπου τα χρυσάνθεμα στη Σμύρνη,  Αγιοδημητράκια τα λέγαμε, απ΄τη χάρη του. Και μονάχα με χρυσάνθεμα στόλιζαν την εικόνα του την αποσπέρα της γιορτής του. ΄Ολοι μα όλοι κόρη μου, είχαν σε μιαν άκρη του κήπου τους δυο ρίζες αγιοδημητράκια. Τα σκάλιζαν, τα πότιζαν, τα ξεκλάριζαν και στις 25 τ΄απόγεμα μα δυο, μα τρία κλαριά τα ΄φερναν και τ΄απίθωναν στην εικόνα του ...

Σπαρτός γιατί στάρια, κριθάρια, βρώμη, σίκαλη... σπέρνονται στα απ΄το Σεπτέμβρη προετοιμασμένα χωράφια. Η σπορά δεν θα σταθεί εδώ βέβαια, μέχρι κοντά Χριστούγεννα θα τραβήξει αλλά μιας και η αρχή, το ήμισυ του παντός, τού ΄μεινε Σπαρτός ...

Η κατάξερη απ΄το καλοκαιρινό λιοπύρι γη θα μαλακώσει από τις σιγανές βροχές του κι ο σπόρος θα πέσει στα μαλακά, θα κρυφτεί, θα χουχουλιάσει και κάποια στιγμή θα πάρει δύναμη, θα σπρώξει το χώμα και θα φανεί ...

Με το μικρό του καλοκαιράκι, εκεί κοντά στη γιορτή του ΄Αη Δημήτρη, είναι ένας μήνας χαρά Θεού και λαχτάρα γεωργού. Πρέπει η σπορά ν΄αρχίσει γιατί αλλιώς ... αν Οχτώβρης και δεν έσπειρες, οχτώ σωρούς δεν έκανες ... Που πα να πει, αν ο γεωργός δεν είναι έτοιμος και δεν αρχίσει τη σπορά, πολύ δύσκολο να ΄χει γερή σοδειά.

Απαραίτητη η βροχή τον Οκτώβρη κόρη μου μα κι αν δεν έβρεχε, είχαμεν εμείς τον τρόπο μας και τ΄ανελάμβαναν τα κορίτσια του χωριού. Στα Βουρλά ένα νιο κορίτσι 10-12 χρονών ξεδιάλεγαν ανάμεσά τους, φτωχό ή ίσως κι ορφανό προτιμούσαν -δεν ξέρω γιατί- γιατί έτσι το βρήκαμε το αντέμι (έθιμο) και το στόλιζαν με λουλούδια και το ΄βαναν ανάμεσά τους και ξεκινούσαν και γύριζαν απ΄το ένα σπίτι του χωριού στο άλλο και τραγουδούσαν, τραγούδι που γύρευε απ΄το Θεό, βροχή. Και στέκονταν σε κάθε σπίτι κι η κάθε νοικοκυρά έριχνε, από ένα σταμνάκι, νερό στο χώμα. Φίλευε μετά η νοικοκυρά το κορίτσι -μερικές έδιναν παρά- λέγοντας "Καλή βροχή να μας δώσει ο Θεός". Τα φιλέματα τα μοιράζονταν μετά τα κορίτσια μεταξύ τους. Ξέρεις στον Πόντο -άλλοι δύστυχοι ξεπατρισμένοι κι αυτοί- αντί κορίτσι, στόλιζαν με πρασινάδες μια σκούπα και τη γύριζαν ανάμεσα στα σπιτικά τους ... Μου ΄το πενε η Πόπη του Ξούθου που ήταν από την Τραπεζούς... Και στη Τζαντώ (;) ένας άντρας ντυνότανε τρελοκαντίνα (καντίν = γυναίκα) κι άλλοι δυο άντρες βάζανε τομάρια και κουδούνια και συντροφεύανε την καντίνα. Κι ένας τη χόρευε κι ο άλλος ζήλευε. Και πάλευαν κι έκαναν πως εσκοτώνονταν μεταξύ τους για την αγάπη της. Κι εσκότωνε ο ένας τον άλλο κι ο σκοτωμένος σηκωνόταν έξαφνα και έβαζε χέρι στην καντίνα και διάφορα και γέλαγε ο κόσμος ...

Και στις δυο του μήνα, γιορτάζει ο άγιος των ερωτευμένων κόρη μου και των πονεμένων ...
Κυπριανό τον λένε κι ήταν μάγος. Εγώ τον Βαλεντίνο -πως τον ελέτε- δεν τον ξέρω.
Ο Κυπριανός ήταν μάγος, φθόνους, ζήλειες και μάγια κατέλυε, και γιάτρευε όλους τους πόνους, ακόμα και κείνον των ερωτευμένων. Και στα Βουρλά τού είχαμε ξωκλήσι. Κι άγιασε γιατί στην εποχή του ζούσε και μια κοπελιά που τη λέγανε Ιουστίνη κι ήταν χριστιανή. Και την αγάπησε λέει ένας Αγαρηνός πολύ πλούσιος. Αλλά αυτή ούτε που ν΄ακούσει. Και πήγε ο Αιθίοπας στον Κυπριανό και του ζήτησε να κάνει την Ιουστίνη να τονε θέλει και να τον παντρευτεί. Κι έκανε ο Κυπριανός ότι ήξερε και δεν ήξερε αλλά αυτή τίποτα. Και δεν άντεξε τότε και πήγε και την βρήκε έτσι για να δει ποια είναι αυτή που δεν καταφέρνουν τα μάγια του. Κι αντί τελικά να την καταφέρει, τον κατάφερε αυτή και τον έκανε χριστιανό. Και γύριζαν οι δυο τους και δίδασκαν το λόγο του Θεού. Και τους καταδίωξαν και τους έπιασαν και τους θανάτωσαν μαζί και μαζί αγίασαν και την ίδια μέρα μαζί γιορτάζουν. Κι έγινε ο μάγος ΄Αγιος, θεραπευτής του πόνου, πιο πολύ δηλαδής του πονοκέφαλου. Αλλά οι κοπελιές στα Βουρλά, τον είχαν πιο πολύ για τον πόνο της καρδιάς ... Κι όλη τη νύχτα της παραμονής της γιορτής του τού παράστεκαν και του τραγουδούσαν. Μετά τη λειτουργιά της χάρης τους, έπαιρναν τον αγιασμό της πρωτομηνιάς που είχε απομείνει και άλλοι τον πήγαιναν στα σπίτια τους και κρεμούσαν το μπουκαλάκι πάνω από την πόρτα για τη βασκανία, άλλοι ράντιζαν τα πορτοπαράθυρά τους να μην μπορεί να περάσει μέσα το κακό μάτι, ε, κι οι κοπελιές άλλες τον έπιναν να μην πονάει η καρδιά τους κι άλλες προσπαθούσαν να τον ποτίσουν στον άπιστο ... για να γυρίσει κοντά τους ...

Εγώ στο ξωκλήσι του πήγαινα συχνά. Το αυλιδάκι του ήταν σύνορο με το μεγάλο αμπέλι του πατέρα μου και κοίταγε στο σπίτι του παπού σου ... Από κει τον ήβλεπα χωρίς εκείνος να με βλέπει ... ήμουν, δεν ήμουν 16 χρονώ ...

Τον Οκτώβρη, γιορτάζει κι η Αθήνα τον άγιο της ... τον ΄Αγιο Διονύση, τον Αρεοπαγίτη ...
Και χύνονταν κύμα, οι μπλε ποδιές, στις 3, στης εκκλησιάς του τα γύρω δρομάκια.
Και γέμιζε φωνές και γέλια ο αέρας στο Κολονάκι ... ΄Ολα τα σχολειά, αρρένων και θηλέων, υποχρεωτικά παρακολουθούσαν τη δοξολογία. Μαθητές και καθηγητές, ο Δήμαρχος, κάποιοι Αξιωματικοί, κάποιοι επίσημοι, όλοι εκεί. Κι ένας μικρούλης μυρωδάτος άρτος ήταν το σημάδι θαρείς, του Αγίου, που αντάμοιβε όσους τον είχαν τιμήσει ...

Κι εκτός αυτού, τότε, εκεί γύρω στα 16 κι εγώ, μ΄ένα μικρούλη άρτο στο χέρι ... χάζευα και χασκογελούσα με τις συμμαθητριές μου, ανέμελες όλες τότε, τ΄αγόρια των αρρένων... 16 και κάτιτις τότε αυτοί ...

Καλό καλό μας μήνα

Ε.-

Δεν υπάρχουν σχόλια: